Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ. «Ω του θαύματος! "Ω τής θείας μεγαλοπρεπείας και του άπειρου Σου ελέους!



Εκείνη ή περίοδος πού ζούσε στο μοναστήρι,ο μοναχός Ζαχαρίας ήταν περίοδος παρακμής στην πνευματική ζωή των μοναχών. Μερικοί, ίσως οι περισσότεροι, ήταν μοναχοί μόνο εξωτερικά και ζούσαν μια εντελώς κοσμική ζωή. Συναναστρέφονταν με γυναίκες, έτρωγαν κρέας, μάζευαν χρήματα, δεν έδιναν ποτέ ελεημοσύνες, προσευχόντουσαν μόνο και μόνο για επίδειξη και, τότε, με το στόμα τους καθόλου δεν είχαν ενθουσιασμό ή ζήλο για να αποκτήσουν πραγματικές μοναχικές αρετές. Έργαζόντουσαν πολύ λίγο, σχεδόν καθόλου, και ήσαν παράσιτοι. Όσον άφορα δεν τον στόχο των ασκητικών παλαισμάτων και τής ενθουσιασμό γένει χριστιανικής ζωής, και την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές τους, όλα αυτά τα είχαν λησμονήσει τελείως.
Στον δεν Ζαχαρία, έτσι μιλούσαν: «Εσύ, Ζαχαρία, εάν ήσουν φυσιολογικός σαν τούς άλλους, θα είχες προ πολλού γίνει μοναχός, μα κάνεις πώς είσαι πιο άγιος από μας, προσεύχεσαι συνέχεια, δεν βγαίνεις έξω πουθενά, φιλοξενείς ανθρώπους στο κελί σου, τούς ταΐζεις και τούς δίνεις συμβουλές... μα, και σαν δεν φτάνουν αυτά, κοίταξε να δεις τί άνθρωπος έγινες!...».
Μολαταύτα, ό Ζαχαρίας θυμόταν τα λόγια του Στάρετς του, του πατρός Βαρνάβα: «Και διάκος θα γίνεις και ιερομόναχος και εξομολόγος για όλους τούς αδελφούς τού μοναστηριού...». Ή καρδιά του έκλινε πάντοτε προς τον Κύριο και σ' Αυτόν είχε όλες τις ελπίδες. «Μη πεποίθατε έπ' άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οίς ουκ έστι σωτηρία». Επικατάρατος είναι αυτός πού έχει την ελπίδα του στον άνθρωπο και μακάριος αυτός πού ελπίζει στον Κύριο. Ευλογημένος ό άνθρωπος πού έχει καταφρονήσει κάθε κοσμική και γήινη ελπίδα και έχει θέσει όλην την ελπίδα του στον Κύριο. Μια καρδιά έτσι τονισμένη μπορεί να εγείρει διάπυρες ευχές στον Κύριο και στην Πανάχραντη Μητέρα του.
Μια φορά, ό νεαρός ασκητής μας στεκόταν στην εκκλησία, όπου έφυλάσσετο ή θαυματουργή εικόνα του άγιου Νικολάου, αυτή ή ίδια εικόνα πού είχε πάθει ζημιά απόκτηση μια σφαίρα το 1608. Το μόνο πού ξέρω είναι, πώς κατά την χρονολογία αυτή το μοναστήρι είχε υποστεί μια επίθεση απόκτηση πυροβολικά. Μια σφαίρα διαπέρασε την σιδερένια πόρτα και κτύπησε το μάγουλο του άγιου Νικολάου. Ένα κομματάκι βλήμα ξαναπηδώντας, κτύπησε το φωτοστέφανο του Ταξιάρχου Μιχαήλ. Έπειτα, όταν έψαχναν για την σφαίρα, δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτα. Κανείς δεν ξέρει πού πήγε.
Πάντως, ό Ζαχαρίας στεκόταν σ' αυτήν την εκκλησία, μπροστά στην εικόνα του Σωτήρος, προσευχόμενος θερμά και με δάκρυα ό Θεός να τον αξίωση να γίνεις μοναχός τελικά. Την 'ίδια στιγμή, μπήκαν δύο προσκυνηταί μέσα στην εκκλησία. Ένας γέρος, πολύ γέρος, και ό άλλος νέος, πιθανώς τριάντα χρονών. Μόλις είχε τελειώσει ή λειτουργία. Ό νέος, βλέποντας τον Ζαχαρία, σταμάτησε και είπε: «Γιατί στενοχωριέσαι για την μοναχική κουρά σου; Μήπως δεν υπάρχουν άνθρωποι ανώτεροι απόκτηση μοναχούς στον κόσμο; Μη στενοχωρείσαι. Πάντως, έχεις κάθε ελπίδα να γίνεις μοναχός».
Ό Ζαχαρίας προσκάλεσε τούς προσκυνητάς στο κελί του για να πιούν τσάι. Δέχθηκαν και ήλθαν. Ό Ζαχαρίας τούς προσέφερε διάφορα κεράσματα, γλυκά, αλλά δεν πήραν σχεδόν τίποτα. Ό Ζαχαρίας παρεκάλεσε τούς προσκυνητάς να μείνουν στο μοναστήρι μέχρις ότου γίνει ή κουρά του. «Καθίστε, παρακαλώ, ακόμη λίγο και τότε θα μάθετε ποιό όνομα θα πάρω σαν μοναχός».
Ό νεώτερος προσκυνητής είπε: «Το όνομά σου είναι ήδη γραμμένο προ πολλού και βρίσκεται μέσα σ' ένα βιβλίο». Και πράγματι, ό Ζαχαρίας, πού σκεπτόταν συνέχεια για την κουρά του, είχε γράψει πριν απόκτηση καιρό το όνομα «Ζωσιμάς», πού ήθελε να πάρει σαν μοναχός, σ' ένα χαρτί και το είχε βάλει μέσα στο Ευαγγέλιο του, ελπίζοντας έτσι κρυφά-κρυφά ότι ό Θεός θα άκουγε την παράκληση του και θα την εκπλήρωνε. Ό νεώτερος προσκυνητής, πού για πρώτη φορά έμπαινε στο κελί του Ζαχαρία και πού βέβαια δεν είχε αγγίξει τίποτα απόκτηση τα πράγματά του, ήξευρε κιόλας όλα τα μυστικά του.
Όταν έφυγαν οι προσκυνηταί, ό Ζαχαρίας είχε ένα κάπως παράξενο συναίσθημα. «Δεν καταλαβαίνω καλά- καλά τί μου συνέβηκε», στοχάσθηκε, ανακαλώντας στην μνήμη του πώς, ενώ καθόταν μαζί με τούς δύο προσκυνητές, σαν να καιγόταν μέσα του απόκτηση μια φωτιά. «Είναι αδύνατο να εκφράσω αυτός πού δοκίμασα», σκεφτόταν, «μονάχα αυτός στον όποιον κατεβαίνει το Αγιον Πνεύμα επάνω του, μπορεί να νοιώθει ένα τέτοιο συναίσθημα». «Μα, είναι δυνατόν, να ήταν ή Αγία Τριάς και να με επισκέφτηκε;» διερωτόταν. «Ό Πατήρ, ό Υιός και το Αγιον Πνεύμα! Ποτέ δεν αισθάνθηκα κάτι παρόμοιο στην καρδιά μου, ποτέ τέτοια φωτιά μέσα μου, τέτοια δύναμη όπως τις στιγμές αυτές, όταν ό Πατήρ και ό Υιός ήταν μαζί μου και ή καρδιά μου ένοιωσε το Αγιον Πνεύμα. Αλλά..., τί λέω, μήπως δεν είναι αλήθεια, μήπως είναι όλα τής φαντασίας μου; Πώς τολμάω έτσι να σκέπτομαι; Μήπως, τέλος πάντων, αυτοί ήταν κοινοί άνθρωποι, προσκυνηταί και μού φάνηκε μόνο πώς επρόκειτο για κάτι άλλο;...»
Έτσι σκεφτόταν ό πράος και σεμνός νεαρός και έδέχετο αυτήν την «επίσκεψη», αυτήν την οπτασία, με πάρα πολλή προσοχή, επειδή μάλιστα γνώριζε ότι ό εχθρός συχνά πειράζει τούς ανθρώπους μ' αυτόν τον τρόπο. Μπορεί κανείς να πέσει σε πλάνη με την παραμικρή κίνηση τής φαντασίας ή και κενοδοξίας, και να δεχθή μια οπτασία απόκτηση τον εχθρός σαν αληθινή και θεϊκή, και έτσι να πέσει στα δίχτυα των δαιμόνων και στην έπαρση.
«Μα, εάν μόνον θα έρχόντουσαν πάλι σε μένα», σκεφτόταν, «θα μπορούσα να διαπιστώσω πραγματικά ανθρώπους είναι άγγελοι ή άνθρωποι. Θα ζητήσω απόκτηση τον Κύριο να μού αποκαλύψει ποιοί είναι. Εάν είναι άγγελοι, τότε ας διαβάσει, όταν θάρθουν πάλι εδώ, ό νεώτερος προσκυνητής κάτι απόκτηση τον Απόστολο, το Ευαγγέλιο και το Ψαλτήρι, έτσι αυθόρμητα, χωρίς καμιά παράκληση εκκλησία μέρους μου, ή ας με παρακαλέσει να διαβάσω εγώ, και τότε θα μού είναι αυτός σημείο ότι δεν είναι κοινοί προσκυνηταί, αλλά' άγγελοι Θεού απεσταλμένοι, για να καταλάβωμε εμείς οι αμαρτωλοί και να μετανοήσωμε.
Οι προσκυνηταί είχαν έλθει στον Ζαχαρία για πρώτη φορά στις 27 Φεβρουαρίου. Ό Ζαχαρίας θυμήθηκε επίσης ότι το πρόσωπο τού νεωτέρου προσκυνητού είχε υποστεί μια εκπληκτική μεταμόρφωση. Στην εκκλησία ήταν πολύ όμορφο το πρόσωπο του, καθόλου πεσμένο, κι επί πλέον λιγάκι παχουλό. Όταν όμως μπήκε στο κελί του, έγινε λεπτό, ισχνό, ζαρωμένο.
Έφτασε το δεύτερο ήμισυ τού Μαρτίου, και τότε είδε ό Ζαχαρίας πάλι τούς ίδιους δύο προσκυνητές. Παρακολούθησαν την θεία Λειτουργία και, όταν τελείωσε, πήγαν να δουν τον διάκο, πού εκείνη την ώρα μόλις τον είχαν επισκεφθεί κάτι μουσαφίρηδες και βρισκόταν μαζί τους, κι έτσι δεν τού ήλθε βολικά να τούς δεχθή. Ό διάκος ήξευρε ότι ό Ζαχαρίας αγαπούσε τούς πτωχούς, τούς ζητιάνους, τούς θλιβομένους, τούς προσκυνητές και σκέφθηκε να τούς στείλη σ' αυτόν. «Πηγαίνετε στον πατέρα Ζαχαρία, και αυτός θα σάς φιλέψη τσάι».
Μόλις μπήκαν μέσα στο κελί τού Ζαχαρία, ό νεώτερος έβγαλε ένα μικρό βιβλίο μέσα απόκτηση τα ρούχα του, το άνοιξε και διέταξε τον Ζαχαρία να διαβάσει... απόκτηση την προς Ρωμαίους επιστολή, το πρώτο κεφάλαιο, απόκτηση την αρχή μέχρι τον στίχο 25, πού καταλήγει «ός έστιν ευλογητός εις τούς αιώνας. Αμήν».
Μετά την ανάγνωση απόκτηση τον Απόστολο, ό προσκυνητής είπε στον Ζαχαρία να διαβάσει απόκτηση το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, την περικοπή τού δεκάτου τετάρτου κεφαλαίου ολόκληρη. Ό Ζαχαρίας διάβασε ολόκληρο το κεφάλαιο αυτό, τελειώνοντας με το «εγείρεσθε, άγωμεν εντεύθεν». Και ενώ διάβαζε αυτός, απόκτηση τα μάτια του νεωτέρου προσκυνητού έτρεχαν τα δάκρυα σαν ποτάμια.
Μετά το Ευαγγέλιο ό προσκυνητής ρώτησε: «Τί είναι αυτός το μεγάλο βιβλίο, πού έχεις εκεί πέρα;» -«Είναι το Ψαλτήρι». -«Λοιπόν, διάβασε τον ενενηκοστό ψαλμό» . Ό Ζαχαρίας διάβασε τούτον τον θαυμάσιο ψαλμό και μετά μερικούς άλλους ψαλμούς.
-«Αχ! εάν έστω κι ένας καταλάβαινε πραγματικά τα νοήματα τού Ψαλτηρίου!...».
-«Τότε διάβαζε και την ερμηνεία του Ψαλτηρίου».
Ό Ζαχαρίας παρακολουθούσε όλα όσα του συνέβαιναν με συγκίνηση και ένοιωσε με όλη του την ψυχή, ότι οι προσευχές του είχαν εισακουσθεί, ότι ό ίδιος ό Κύριος διαβεβαίωνε ότι αυτοί οι προσκυνηταί ήταν άγγελοι απόκτηση τον Θεό, ότι δεν ήταν ένα δημιούργημα της φαντασίας, ούτε μια πλάνη, αλλά μια οπτασία. Ήταν ένα θαύμα του Θεού. Ενώ διάβαζε το Ψαλτήρι, ό Ζαχαρίας προσευχόταν στην Μητέρα του Θεού, «Προστασία σθεναρά, Μήτερ τού Θεού τού Υψίστου ». Με όλη του την καρδιά ό Ζαχαρίας προσέφερε αυτή την θαυμάσια προσευχή στην Παναγία, προσευχόμενος νοερά μέσα του.
Αυτή ή εσωτερική εργασία δεν έμεινε κρυφή απόκτηση τον προσκυνητή. «Έδώ, προσευχή προσφέρεται στην Μητέρα του Θεού... ενθουσιασμό θλίψει ήμεν και εκάλεσεν ημάς... εισήκουσας ημάς και συνεχώρησας ημίν».
Ό προσκυνητής είπε: «Αδελφέ, μνήσθητί μου στις προσευχές σου σε δύο χρόνια και προσκύνησε τρεις φορές..., μνήσθητί μου σε δέκα χρόνια και προσκύνησε ξανά τρεις φορές... και πάλι σε είκοσι χρόνια και προσκύνησε τρεις φορές...».
-«Δεν θα ζήσω άλλα είκοσι χρόνια», απάντησε ό Ζαχαρίας, «είμαι άρρωστος».
Ό προσκυνητής δεν έδωσε σημασία στα λόγια αυτά του Ζαχαρία και άρχισε να λέη: -«Επίσκοπος, Δεσπότης, ναι... ακόμα δεν καταλαβαίνεις, αλλά αργότερα... Να τί θα γίνεις σε δύο χρόνια, αδελφέ,... πόλεις, επαρχίες, Πετρούπολη, και τότε σύντομα θα επιστρέψεις. Τρεις σταυρούς θάχης, τρεις σταυρούς».
Και πράγματι, μετά απόκτηση λίγο ό Ζαχαρίας έγινε μοναχός με το όνομα Ζωσιμάς.
Μετά απόκτηση δύο χρόνια, ό πατήρ Ζωσιμάς έστάλη στην Πετρούπολη, στον Μητροπολίτη Ίωαννίκιο, ό όποιος τον προσέλαβε για να τον υπηρετεί. Εδώ, στην εκκλησία, είδε την εικόνα της Αγίας Τριάδος, εικόνα τεραστίων διαστάσεων. Το πνεύμα του ένοιωσε πάλι την Χάριν, ή οποία τον είχε φωτίσει κατά την επίσκεψη των προσκυνητών. Πολύ συγκινημένος, έκαμε τρεις μετάνοιες βαθιές και προσκύνησε, γονατίζοντας, την εικόνα της Αγίας Τριάδος.
Πράγματι, ό πατήρ Ζωσιμάς έμεινε πολύ λίγο καιρό στην Πετρούπολη -τον έστειλε πίσω ό Μητροπολίτης, επειδή ό πατήρ Ζωσιμάς δεν ήξευρε γράμματα. Έτσι έκπληρώθηκαν τα λόγια του προσκυνητού «Σε δύο χρόνια, προσκύνησε τρεις φορές... δεν δύο χρόνια, πόλεις, επαρχίες, Πετρούπολη και τότε θα επιστρέψεις...».
Δέκα χρόνια αργότερα ό πατήρ Ζωσιμάς χειροτονήθηκε διάκος και πάλιν εστάλη στην Πετρούπολη, όπου είδε ξανά την ίδια εικόνα τής Αγίας Τριάδος και την προσκύνησε τρεις φορές. Και είκοσι χρόνια αργότερα, στην εκκλησία τής Αγίας Τριάδος στο μοναστήρι του οσίου Δανιήλ στην Μόσχα, ό πατήρ Ζωσιμάς χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης. Ό επίσκοπος Σεραφείμ Τσιτσαγκώφ έκανε την χειροθεσία του. Έτσι όλες οι προφητείες του προσκυνητού εκπληρώθηκαν. Ό πατήρ Ζωσιμάς πράγματι έλαβε τούς τρεις σταυρούς, για τούς όποιους είχε πει ό προσκυνητής, τον σταυρό του τσάρου, τον σταυρό τής Ιεράς Συνόδου και τον τρίτο, τον σταυρό του αρχιμανδρίτης.
Μετά τις αναγνώσεις απόκτηση τον Απόστολο, το Ευαγγέλιο και το Ψαλτήρι, και έχοντας προφητεύσει στον Ζαχαρία όλα τα άλλα σημαντικά γεγονότα τής ζωής του, οι προσκυνηταί ετοιμάσθηκαν να φύγουν. Ό νεώτερος πήρε μια εικόνα (πού είχε δώσει στον Ζαχαρία σαν ευλογία ό στάρετς Βαρνάβας) και ευλόγησε μ' αυτή τον Ζαχαρία. Μετά αποκτήσουν' αυτός εξαφανίστηκαν.
Την τρίτη φορά ό νεώτερος προσκυνητής φανερώθηκε μόνος του στον πατέρα Ζαχαρία. Εκείνη την ώρα ό πατήρ Ζωσιμάς ήταν στο κελί του μαζί μ' ένα άλλο μοναχό. Ό προσκυνητής μπήκε μέσα διαπερνώντας την κλειστή πόρτα, τούς ευλόγησε και τούς ασπάστηκε. Ό πατήρ Ζαχαρίας τον παρεκάλεσε να φάει μαζί τους, αλλά σαν τον κοίταξε, τρόμαξε, - ό προσκυνητής είχε γίνει διαφανής σαν το λαμπρό φώς του ήλιου και ακτινοβολούσε με ένα ανέκφραστο κάλλος, πού δεν δύναται να περιγραφή με λόγια.
Ό πατήρ Ζαχαρίας και ό φίλος του, ό άλλος μοναχός, είδαν ότι στεκόταν πάνω σε νεφέλες. Άρχισαν να τρέμουν και έπεσαν πρηνείς στα γόνατά τους, κι εκείνος τότε έγινε άφαντος. «Ω του θαύματος! "Ω τής θείας μεγαλοπρεπείας και του άπειρου Σου ελέους! Ναι, θαυμασταί αι οδοί Σου, Κύριε!».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ. ΟΡΜΥΛΙΑ

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΣΤΑΡΕΤΣ



Ο Άγιος Γέροντας Ζαχαρίας (Δημητρίεβιτς) , 1850-1936 υπήρξε ο τελευταίος μεγάλος στάρετς της Λαύρας του Αγίου Σεργίου στη Μόσχα.Η ζωή του είναι γεμάτη θλίψεις και θαυμαστές επεμβάσεις του Θεού.
Ακολουθούν μερικές διδαχές του.


                                        staretzzacharias.jpg
* Nα δίνετε ελεημοσύνη καθημερινά.Εκείνη η ημέρα που περνά χωρίς ελεημοσύνη έχει χαθεί για την αιωνιότητα , έχει χαθεί για την ψυχή σας.Οι ελεημοσύνες μας βοηθούν να δεχτούμε τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος«μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται».
Οι ελεημοσύνες έχουν τη δύναμη να βγάλουν την ψυχή ενός αμρτωλού ακόμα και από την κόλαση.Ο Άγγελος αυτής της αρετής στέκεται  πάντοτε ενώπον τού θρόνου τού Κυρίουκαι αναγγέλει τις ελεημοσύνες που γίνονται.


* Να ενθυμήσθε ότι ο Κύριος σας κοιτάει και παρατηρεί κάθε πράξη,σκέψη και αίσθημα σας.


* Η μεγαλύτερη άσκηση είναι να υπομένουμε αγόγγυστα όλα όσα έρχονται πάνω μας μέσα σε αυτή την κοιλάδα τού κλαυθμώνος.Ο δε υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται.
* Πρέπει να ελαφρύνουμε τη ζωή των άλλων, ιδιως των δεινοπαθουντων με βαθειά, αγία αγάπη.Πρέπει να ελκύσουμε κι άλλους ρπος τον Θεό, όπως εμείς ελκυόμεθα προς τον ουρανό με τη συνεχή μετάνοια μας.Ο Θεός μας είναι Θεός της Αγάπης.
*Μην αφήνετε τη θλίψη να σας κυριεύση. Η κατάθλιψη είναι ο δήμιος που σκοτώνει την πνευματική ενεργητικότητα, που είναι αναγκαία για την υποδοχή του Πνεύματος μέσα στην καρδιά.Ένας καταθλιμμένος άνθρωπος χάνει τη δυνατ΄τητα να προσεύχεται και είναι νεκρός για τους πνευματικούς αγώνες.


* Μην αρχίζετε τίποτα χωρίς την ευλογία της Βασιλίσσης των Ουρανών.Κι όταν τελειώνετε πάλι να την ευχαριστείτε.
* Να παιρνετε ευλογία από τη Βασίλισσα των Ουρανών για κάθε πράγμα και ο Κύριος μας θα σας ανεβάση στο πρώτο σκαλοπάτι της Χάριτος:την επίγνωση των αμαρτημάτων σας.


* Πιστεύω ότι έχοντας συνεχή συναίσθηση της παρυσίας της Κυρίας μα ς και Βασίλισσας των Ουρανών , και μή κάνοντας τίποτα, αλλά παιρνοντας απ΄λως την ευλογία Της  , θα λάβετε το χάρισμα της αδιαλέιπτου προσευχής και την αγάπη για όσα αρέσουν στον Κύριο μας Ιησού Χριστό...
* Ο Χριστός χαρίζεται στην ψυχή του καθενός μας από την Πανάχραντο Μητέρα Του.Να προσεύχεσθε θερμά στην Πανάχραντο Δέσποινα μας και θα είσθε με τον Υιό Της.
* Ο άγιος Γέροντας θεωρούσε  απολύτως αναγκαία να ανάβη τα καντήλια μπροστά στις εικόνες  της Παναγίας.Αν κανείς ασθενούσε , θα έπρεπε να σταυρωθεί με λαδάκι από καντήλι μιας θαυματουργού εικόνας της Θεοτόκου.
* Συμβούλευε τα πνευματικοπαίδια του να λένε συνεχώς την ωραία προσευχή της Εκκλησίας μας «Θεοτόκε Παρθένε Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία , ο Κύριος μετά Σου, ευλογημένη Συ  εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου ότι Σωτηρα έτεκες των ψυχών ημων». Και έχαιρε διαίτερα αν κάποιος έκανε το κανόνα της Παναγίας , όπως τον είχε η ίδα παραδώσει στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ :  να λέγεται το «Θεοτόκε Παρθένε»»εκατόν πενήντα φορές την ημέρα. 
(σημ.Μisha : αυτός ο προσευχητικός κανόνας συνεχίζεται να επιτελείται αι στις μέρες μας σε καθημερινή βάση στο μοναστήρι του Ντιβεεβο που ιδρύθηκε από τον άγιο Σεραφείμ.
Οι περίπου 150 μοναχές τελούν τον κανόνα βαδίζοντας  δίπλα στην τάφρο η οποία ανοίχθηκε ζωντος ακόμα του οσίου Σεραφείμ, κατ εντολή της Παναγίας. Η φωτογραφία του στάρετς Ζαχαρία μάλλον είναι η μοναδική που διασώθηκε και βρίσκεται στον τάφο του ,στο γερμανικό κοιμητήριο της Μόσχας. H φωτογραφία στ τέλος είναι από την καθημερινή  προσευχητική λιτανεία των μοναχών  του Ντιβέγεβο ).
diveevocanal1.jpg

ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ




Starets-Zaxarias
(Μνήμη: 2ᾳ Ἰουλίου)


...Η χαριτωμένη Τατιάνα, όταν κατάλαβε ότι πλησιάζει το τέλος της,
ευλόγησε τα παιδιά της και είπε στην κόρη της Μαρία:
«Όλους τους αποχαιρέτησα και μόνο στον αγαπητό μου Ζαχαρία
δεν έδωσα την ευχή μου. Δεν θα πεθάνω όμως αν δεν τον ευλογήσω.
Γι' αυτό θα ζητήσω από τον Θεό μιά μικρή αναβολή
μέχρι να πας στην πόλι να τον ειδοποιήσης».

Όταν έφθασε ο Ζαχαρίας, η αγία μητέρα του προφήτευσε όσα θα του συμβούν

στο μέλλον, τους πειρασμούς που θα περάση και ότι τελικά θα γίνη Μοναχός.
Επίσης του έδωσε μία Εικόνα της Παναγίας του Καζάν λέγοντας:
«Να η οδηγός σου...».


Αυτήν την αγία Εικόνα την είχε ο Στάρετς μαζί του σ' όλη του την ζωή...

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΩΘΕΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ! (Συγκινητική - ωφέλιμη ιστορία

                                             
altΟ Στάρετς Ζαχαρίας διηγήθηκε ένα περιστατικό, συγκινητικό για το βαθύ περιεχόμενό του, που συνέβη σε κάποιον νέο, τελείως άπειρο από ψεύδος και πονηριά και που διακρινόταν από την παιδική του ηλικία για την αγάπη του προς την αλήθεια. Εδώ φαίνεται η ψυχή ενός καθαρού και τίμιου, αλλά αγράμματου ανθρώπου με πίστη μικρού παιδιού, ακλόνητη και απλή, που είχε καρδιά και θέληση καθαρή και που αγωνιζόταν για τον Θεό, μια ψυχή που τον έκανε πράγματι λίγο μόνο παρακάτω από τους αγγέλους. Όντως είχε γίνει σοφός, ικανός να βλέπει και τα ουράνια και τα επίγεια.

Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα στην Ρωσία, στα απόμερα βάθη της χώρας, σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μιλίων από το πιο κοντινό χωριό.
Εκεί ζούσε ένας χωριάτης, ορφανός, τελείως αγράμματος, εργατικός όμως. Πάντοτε εργαζόταν και δεν πέρασε ούτε στιγμή με οκνηρία. Η ψυχή του ήταν καθαρή σαν κρύσταλλο. Σε κάθε υπόθεση πάντοτε υπήκουε στην συνείδησή του. Η συνείδησή του ήταν ευθεία, όχι όμως ασθενής, μα πραγματικά ευθεία, ευαίσθητη και αυστηρή. Με τον απλό τρόπο του δεν την κατεπάτησε ποτέ με την παρακοή και έτσι πάντοτε άκουγε την φωνή της. Εάν ένας άνθρωπος παρακούει την συνείδησή του μια φορά, δυο φορές ή και περισσότερο, τότε δεν την ακούει πια.

Ο απλοϊκός αυτός άνθρωπος τηρούσε τις νηστείες και τρεφόταν με το ελάχιστο. Ήταν πάντοτε χαρούμενος και γεμάτο ενθουσιασμό για τη ζωή. Δεν κατέκρινε κανένα ποτέ, θεωρώντας τον εαυτό του χειρότερο και κατώτερο από κάθε άλλον. Μια ημέρα, άκουσε από ένα προσκυνητή πως για να σωθεί κανείς πρέπει να αναλάβει τον σταυρό του και να ακολουθήσει τον Χριστό. Ο απλοϊκός μας άνθρωπος δεν είχε πάει ποτέ σαν μεγάλος στην εκκλησία, αφού ήταν πολύ μακριά από το χωριουδάκι που ζούσε. Είχε βαπτισθεί σαν μωρό, μα δεν το θυμόταν καθόλου.
«Πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό σου και να ακολουθήσεις τον Χριστό». Αυτά τα λόγια ο απλοϊκός μας άνθρωπος τα εννοούσε στην κυριολεξία.
Παρήγγειλε ένα τεράστιο ξύλινο σταυρό και αποφάσισε να τον πάρει και να ακολουθήσει τον Χριστό. Η καθαρή ψυχή του ποθούσε τον Θεό, η καρδιά του διψούσε την σωτηρία, αλλά πώς να Τον ακολουθεί; Και πού; Σε ποιό δρόμο; Πού ήταν ο Χριστός; Να ο σταυρός, αλλά πού να τον πάει;

Ο απλοϊκός άνθρωπος άφησε όλα τα λίγα υπάρχοντά του και τη δουλειά του, σήκωσε τον σταυρό του πάνω στους ώμους του και ξεκίνησε. Βάδιζε, όπως λέει η παροιμία, ακολουθώντας τη μύτη του. Βάδιζε, βάδιζε για πάρα πολλή ώρα και επιτέλους, μέσα σ’ ένα πυκνό δάσος, συνάντησε ένα ανδρικό μοναστήρι. Χτύπησε την πόρτα.
- «Ποιός είσαι εσύ;», ρώτησε με απορία ο πορτάρης και «πού πας με τον σταυρό σου;»
- «Να εδώ είμαι, βαστάζοντας τον σταυρό μου, αλλά δεν ξέρω πώς να φτάσω στον Χριστό, δεν θα μου δείξεις τον δρόμο;»
- «Πω, πω, βρήκαμε έναν παλαβό. Θα πάω να τα πω στον ηγούμενο».
Πήγε ο μοναχός και τα είπε στον ηγούμενο, ο οποίος έμεινε κατάπληκτος και διέταξε να του φέρουν τον απλοϊκό.
- «Μα δεν έρχεται, επιμένει να μη αφήσει τον σταυρό του και έτσι δεν μπορεί να μπει στο κελλί σας με τον σταυρό, είναι πολύ μεγάλος».
Ο ηγούμενος, λοιπόν, πήγε ο ίδιος στον απλοϊκό. Κουβέντιασε μαζί του και είδε ότι είναι ένας άνθρωπος του Θεού.
- «Λοιπόν εάν θέλεις θα σε βοηθήσουμε να φτάσεις στον Χριστό. Κι εμείς σ’ Αυτόν πηγαίνουμε».
- «Τότε που είναι οι σταυροί σας;», απόρησε ο ξένος, «ξέρετε, ότι ο Κύριος δεν θα σας δεχθεί χωρίς ένα σταυρό».
- «Είναι μέσα μας. Εμείς τους βαστάμε μέσα μας», είπε ο ηγούμενος.
- «Μα πώς γίνεται αυτό;», ρώτησε με έκπληξη ο ξένος.
- «Εσύ ο ίδιος θα δεις πως. Αλλά προς το παρόν θα σου δώσω την ευχή μου να μείνεις εδώ και θα έχεις ένα διακόνημα, να καθαρίζεις μέσα στην εκκλησία. Πάρε τον σταυρό σου και φέρε τον κάτω εκεί, στην εκκλησία».

Ο απλοϊκός άνθρωπος μπήκε μέσα στην εκκλησία με πολύ φόβο και άρχισε να καθαρίζει. Σήκωσε το κεφάλι του και πάγωσε. Εκεί ψηλά επάνω του, επάνω από το Ιερό, είχε φτιαχτεί ένας μεγάλος ξύλινος σταυρό και επάνω του εικονιζόταν, σε φυσικό μέγεθος, ο Εσταυρωμένος Κύριος. Ο απλοϊκός μας δεν είχε δει ποτέ τέτοιο πράγμα. Τον κοίταζε και τον ξανακοίταζε. Καρφιά ήταν βαλμένα μέσα στα χέρια και στα πόδια, απ’ όπου ανέβλυζε αίμα. Στο στήθος του, επίσης, ήταν αίμα και τραύμα. Και το κεφάλι του ήταν λουσμένο στο αίμα, το δε πρόσωπό του πρησμένο και χτυπημένο. Ποιός ήταν; Ποιός ήταν αυτός; «Άνθρωπε, ποιός είσαι; Και εσύ βάσταξες τον σταυρό σου και δεν χωρίσθηκες από αυτόν; Αλλά πώς γίνεται να είσαι κρεμασμένος στον σταυρό σου;»

Αίμα έσταξε στην καρδιά του απλοϊκού. Ένοιωσε τόση αγάπη και οίκτο γι’ αυτόν που έπασχε, που του φαινόταν πως θα έδιδε και την ζωή του, εάν μονάχα θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τον πάσχοντα και να τον βοηθήσει.
- «Αλλά πώς μπορείς να κρέμεσαι εκεί συνέχεια χωρίς τροφή; Έλα κάτω, κατέβα από τον σταυρό σου και θα σου δώσω εγώ να φας».
Γονατιστός, ο απλοϊκός άνθρωπος ύψωσε τα χέρια του και προσευχήθηκε….Προσευχήθηκε χωρίς να σταματήσει. «Κατέβα, έλα σε μένα. Δίδαξόν με πώς και πού να βαστώ τον σταυρό μου, μήπως πρέπει κι εγώ να σταυρωθώ επάνω του;».

Έτσι προσευχόταν στον Εσταυρωμένο για μερικές ημέρες και νύχτες, με όλη του την καρδιά. Και έπεσε κάτω μπροστά Του και έγινε μούσκεμα από τα δικά του τα δάκρυα. Και ο Εσταυρωμένος ακούοντας τις προσευχές, υψωμένες προς Αυτόν από τα βάθη μιας καρδιάς, κατέβηκε από τον σταυρό και δίδαξε τον απλοϊκό πώς να βαστά τον σταυρό του για να έλθει στην Βασιλεία των Ουρανών. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί χωρίς το σταυρό του.
Ο Κύριος απεκάλυψε στον απλοϊκό το μυστήριο του Τριαδικού Θεού, το μυστήριο της αγάπης της Αγίας Τριάδος, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. «Εγώ είμαι ο Υιός του Ουρανίου Πατρός και έχω λυτρώσει το ανθρώπινο γένος με τον Σταυρό μου. Κανείς δεν θα μπορέσει να εισέλθει στην Βασιλεία των Ουρανών χωρίς τον σταυρό του. Κανείς δεν θα δεχθεί την Χάριν του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά του χωρίς τον σταυρό του Γολγοθά και να πλέξεις γύρω του, σαν τριαντάφυλλα, τα έργα της αγάπης».

Ο απλοϊκός τα άκουγε όλα και δέχθηκε το Άγιο Πνεύμα στην καρδιά του και ο Κύριος του απεκάλυψε πώς εντός ολίγων ημερών θα αναχωρήσει για την Βασιλεία των Ουρανών. Ο απλοϊκός μετά χαράς άρχισε να ετοιμάζεται για τον θάνατο, προσευχόμενος ακαταπαύστως και ευχαριστώντας τον Θεό για όλα. Επίσης απεκάλυψε στον ηγούμενο την ώρα του τέλους του. Ο ηγούμενος έχυσε λίγα δάκρυα και τον παρεκάλεσε να πει μερικές προσευχές στον Κύριο και γι’ αυτόν. Με όλη του την καθαρή καρδιά ο απλοϊκός άρχισε να μεσιτεύει προς τον Σωτήρα για τον ηγούμενο.
- «Πάρε και αυτόν στην Βασιλεία των Ουρανών, απόλυσέ τον από την πρόσκαιρη τούτη ζωή».
- «Αλλά, γιατί πρέπει να πάρω και αυτόν; Δεν είναι ακόμα έτοιμος».
- «Ω! Πάρε τον, χάριν της αγάπης που μου έδειξε, όταν μου έδωσε διπλή μερίδα ψωμί και που το μισό έφερα σε Σένα. Κάμε αγάπη σ’ αυτόν, χάριν της αγάπης που έκαμε σε μένα. Πάρε τον στην Βασιλεία των Ουρανών. Ω Κύριε, Θεέ μας, είσαι ο Σωτήρ μας, που σταυρώθηκες για χάρη μας, επάκουσον της προσευχής μου. Μη τον στερήσεις της ανεκφράστου Σου Χάριτος και χαράς».
Ο Κύριος άκουσε τις προσευχές του απλοϊκού και του απεκάλυψε την ώρα του θανάτου του ηγουμένου και ο απλοϊκός του είπε την ώρα του τέλους του. Ο ηγούμενος άρχισε να ετοιμάζεται για την μετάθεσή του στην αιωνιότητα.
Στην ορισμένη ημέρα και ώρα, ο απλοϊκός εξεδήμησε προς τον Κύριο και μετά από δυο εβδομάδες, στην ορισμένη ημέρα και ώρα, εκοιμήθη και ο ηγούμενος.

Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ»
Εκδόσεις Ιερού Μετοχίου Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
Ορμύλια Χαλκιδικής

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΩΝ

 

        Δεν νοιώθουμε ότι υπάρχει άλλη ζωή, αιώνια, γιατί ζούμε στη φυλακή, στο σκοτάδι των παθών μας. Όταν (και εάν) με τον αγώνα μας κατά των παθών και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος οδηγηθούμε στην απάθεια, βγαίνουμε από τη φυλακή αυτή και ζούμε στο Φως του Χριστού. Τότε μ' αυτό το φως κατανοούμε την αιώνια ζωή και θαυμάζουμε!

Για να καταλάβουμε κάπως, πρακτικά, τα ανωτέρω, μπορούμε να σκεφθούμε ότι όλοι μας στον ύπνο είδαμε και ζήσαμε ευχάριστες ή και δυσάρεστες περιπέτειες, Το σώμα μας σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι στο κρεβάτι ακίνητο, κοιμώμενο (σαν νεκρό), τα αυτιά μας όμως και τα μάτια μας ακούνε και βλέπουν. Δηλ. σε κάθε τέτοιο γεγονός ο άνθρωπος έχει μία ζωή ανεξάρτητη από το σώμα του, χωρίς το σώμα του!
Το ίδιο, κατά κάποιο τρόπο, συμβαίνει και μετά το θάνατο. Θα βλέπουμε με άλλα μάτια και θ' ακούμε με άλλα αυτιά. Το σώμα μας θα κείται στον τάφο και εμείς θα ζούμε χωρίς το σώμα μας. Θα ζούμε με την ψυχή μας που είναι αθάνατη!
Δεν μπορεί λοιπόν κανείς σώφρων άνθρωπος να ζει, χωρίς να σκέπτεται την αιώνια ζωή και επομένως χωρίς να τον απασχολεί ο θάνατος (σ' αντίθετη περίπτωση η ζωή του ανθρώπου γίνεται αβίωτη - με το άγχος του θανάτου),
«καθ' όσον απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Έβρ. θ', 27). Το ότι θα πεθάνουμε κανείς δεν αμφιβάλλει, (ασχέτως εάν δεν θέλουμε να το σκεπτόμαστε), το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ακολουθεί κρίση.
     Θα δώσουμε λόγο στο Θεό για τις πράξεις μας. Και όταν κανείς πρόκειται να λογοδοτήσει, προετοιμάζεται ...
  «Ο πραγματικά συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος είναι εκείνος που αντιλήφθηκε καλά ότι υπάρχει τέρμα της παρούσης ζωής και σπεύδει να θέση και αυτός τέρμα στα σφάλματα και ελαττώματά του» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).
  Η Εκκλησία προσεύχεται υπέρ των ζώντων αλλά προσεύχεται και «υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων» και εκφράζει με αυτό τον τρόπο την πλήρη αγάπης κοινωνία των ζώντων προς τους κεκοιμημένους. Και δέχεται ότι «μεγίστη ωφέλεια έχουν οι Ψυχές υπέρ των οποίων γίνεται η δέηση στις Θείες Λειτουργίες» (Αγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων). «Ακόμη και αυτοί που λόγω της άτακτης ζωής τους είναι
για κλάματα, δέχονται και αυτοί κάποια μικρή βοήθεια, η οποία όμως είναι αρκετή για να τους αναπαύει την ώρα που προσφέρεται» (Ι. Χρυσόστομος). Πίστη της Εκκλησίας είναι ότι «όντως ωφελούν οι προσευχές και οι ελεημοσύνες, τόσο εκείνους που τα προσφέρουν, όσο και εκείνους για τους οποίους προσφέρονται» (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός). Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ιερός Χρυσόστομος ομιλεί όχι περί απαλλαγής των κεκοιμημένων από την κόλαση, αλλά για τέτοια δυνατότητα «εάν θέλομεν κούφην ( κενή) γενέσθαι την κόλασιν».
   Και ενώ αυτή είναι η θέση και η πίστη της Εκκλησίας, στη συνέχεια θα αναφερθούν και άλλες περιπτώσεις , οι οποίες είναι σπάνιες, αλλά δυνατές. Στην άλλη ζωή δεν υπάρχει μετάνοια, αλλά ο πανάγαθος Θεός επεμβαίνει όπως αυτός κρίνει, δεχόμενος τις προσευχές των δικαίων, αλλά και τις συγκινητικές πολλές φορές ελεημοσύνες τους.
   Οι Άγιοι Πατέρες μας τονίζουν ότι η κατάσταση της τελευταίας στιγμής του κάθε ανθρώπου, («ο υπομείνας εις τέλος ούτως σωθήσεται» Ματ. ι', 22) και οι πράξεις του ζυγίζονται σε μια «ζυγαριά». Και εάν η ζυγαριά κλίνει προς τα δεξιάς είναι φανερό ότι την Ψυχή αυτή θα την πάρουν οι δεξιοί Άγγελοι (Κρίση του Θεού δίκαιη). Εάν η ζυγαριά ισορροπεί, τότε νικά η φιλανθρωπία του Θεού (Κρίση φιλάνθρωπη). Αλλά και αν η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τα αριστερά, τότε το λίγο έλλειμμα το συμπληρώνει η ευσπλαχνία του Θεού (Υπεράγαθη κρίση). Υπάρχει όμως και η τέταρτη κρίση όταν οι πονηρές πράξεις είναι βαρύτερες. Τότε αλίμονο, αδελφοί μου! Όμως και εδώ η κρίση του Θεού είναι δίκαιη, αφού αποδίδει με δικαιοσύνη όσα ανήκουν στον καθένα ...
  Τον κάθε άνθρωπο που φρόντισε ν' αυξήσει τα τάλαντά του ζώντας μυστηριακή ζωή (Εξομολόγηση, Θ. Κοινωνία, κλπ, αλλά δεν πρόλαβε να φθάσει εκεί που ήθελε ή εκεί που έπρεπε και τον πρόλαβε ο θάνατος, αυτόν δεν πρόκειται να τον λησμονήσει ο δίκαιος Κριτής. «Στην περίπτωση αυτή θα παρακινήσει μετά το θάνατό του τους δικούς του φίλους και συγγενείς και θα συγκινήσει τις Ψυχές τους, για να τον βοηθήσουν. Αυτοί θα τρέξουν να καλύψουν το μικρό κενό εκείνου που πέθανε. Αντιθέτως για εκείνον που έζησε μέσα στην αμαρτία ... με κανένα ενδιαφέρον για την Ψυχή του, με φρόνημα καθαρά κοσμικό και σαρκικό, σ' αυτόν κανείς δεν θα δώσει χέρι βοηθείας ... ούτε οι φίλοι ούτε οι συγγενείς ούτε κανένας»1.
 
13. Βλέπε Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Περί των εν πίστει κεκοιημένων» Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη» 1995 ,σελ. 22.
  Επειδή ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και η τελική κρίση (της Δευτέρας Παρουσίας) ακόμη δεν έγινε, για τις περιπτώσεις που η ζυγαριά κλίνει λίγο προς τα αριστερά, για τις περιπτώσεις που ο άνθρωπος δεν πρόλαβε να φθάσει όπου
έπρεπε, αλλά και για όλες τις άλλες περιπτώσεις των κεκοιμημένων μας, (μόνο ο Θεός γνωρίζει πού κατατάσσεται ο κάθε άνθρωπος. Ποιος γνωρίζει τί συνέβη στο εσωτερικό της Ψυχής του κατά τις τελευταίες στιγμές της ζωής του θετικά ή και αρνητικά. Γι' αυτό στην άλλη ζωή αναμένονται και εκπλήξεις!) υποβάλλουμε αίτηση χάριτος στο Δίκαιο και Φιλάνθρωπο Κριτή, (με τους τρόπους που μας υποδεικνύει η Εκκλησία Του), να τάξει τους κεκοιμημένους μας «εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναφύξεως, ένθα απέδρα (δεν υπάρχει) οδύνη, λύπη και στεναγμός... » (Ευχή Τρισάγιου).
 Με την ενέργεια αυτή παριστάνουμε εμείς το Συνήγορο υπερασπίσεως, διότι οι κεκοιμημένοι άνθρωποί μας δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους, (στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια). Από εμάς τους ζώντες περιμένουν οποιαδήποτε βοήθεια και σε μας στηρίζονται. Εάν ο «δικηγόρος» είναι καλός και έχει παρρησία στον Θεό, (εάν δηλ. οι προσευχές μας ακούονται λόγω της ευάρεστης στον Θεό
ζωής μας), ο «κατηγορούμενος» βοηθιέται και αναπαύεται περισσότερο, ενώ, εάν είναι δίκαιος, απολαμβάνει μεγαλύτερη πνευματική δόξα.
 Τους κεκοιμημένους μας τους θυμόμαστε και τους βοηθούμε με προσευχές και ελεημοσύνες . «Ακούστηκε η προσευχή σου και ο Θεός θυμήθηκε τις ελεημοσύνες σου και γι' αυτό πραγματοποιεί τους πόθους σου» (Πρ. ι', 31)14. 2
 
2. Ο Γέροντας Ζαχαρίας προσευχόταν για τους γονείς του μετά το θάνατό τους και ιδιαίτερα για τον πατέρα του, επειδή ήταν μέθυσος και έβριζε. Όταν έγινε Στάρετς, μία ημέρα μιλούσε με ένα δαίμονα και τον ερώτησε: Έχετε πολλούς χριστιανούς στην κόλαση;
- Βέβαια, απάντησε ο δαίμονας και ο πατέρας σου ήταν εκεί, αλλά τον έβγαλες εσύ με τις ελεημοσύνες που έδωσες για την ψυχή του και με τις προσευχές σου.
- Και η μητέρα μου;
- Η μητέρα σου δεν ήταν εκεί ... δεν είδαμε πού πέρασε, ενώ ψάξαμε πάρα πολύ. («Ο Στάρετς Ζαχαρίας» Έκδοση Ι. Μετοχίου Ορμύλιας Χαλκιδικής 2002 σελ. 34).
  
α. Προσευχές
Με τις ακόλουθες πέντε ενέργειες θυμόμαστε και βοηθούμε τους κεκοιμημένους μας:    (1) Με την καθημερινή μας προσευχή πρωί και βράδυ, όπως κάνουμε και για τους ζώντες: «Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσον τον δούλον σου (τάδε), το οποίο επαναλαμβάνουμε, όσες φορές θέλουμε. «Και ο Θεός θα εκτελέσει το θέλημα εκείνων, οι οποίοι Τον φοβούνται και θ' ακούσει τη δέησή τους και θα τους σώσει» (Ψαλ. ρμδ, 19). Ιδιαίτερα δηλ. ακούονται οι προσευχές, όταν βγαίνουν από χείλη καθαρά και όταν η ζωή μας είναι σύμφωνη με το Θείο θέλημα. 
Σ' αυτές τις περιπτώσεις ο Θεός για το χατίρι του ενός σώζει και τον άλλο ή και τούς άλλους.
Στο βίο της αγίας Θέκλας αναφέρεται το έξης χαρακτηριστικό γεγονός: Μία χήρα γυναίκα είχε μία θυγατέρα, τη Φαλκονίλα, ειδωλολάτρισσα, που πέθανε και κολάστηκε! Η νεκρή Φαλκονίλα παρουσιάζεται στον ύπνο της μητέρας της
και της λέει: «Μήτερ μου, αγάπα αυτή την ξένη Θέκλα και έχε την άντ' εμού θυγατέρα σου, διότι είναι δούλη του Θεού και δύναται να κάνει δέηση
και να με βάλει ο Κύριος στον τόπο των Δικαίων». Πράγματι. Με τις προσευχές της Αγίας Θέκλας η Φαλκονίλα από την κόλαση πήγε στον Παράδεισο!! (Μ. Συναξαριστής, Σεπτέμβριος, σ. 508).
Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ διηγείται: «Εκοιμήθησαν δύο μοναχές που είχαν χρηματίσει και Ηγουμένες. Ο Κύριος μου αποκάλυψε ότι οι Ψυχές τους περνώντας μέσα από τα εναέρια τελώνια δυσκολεύτηκαν. Τρία ημερονύκτια προσευχόμουν ο ταπεινός και ικέτευα την Παναγία για τη σωτηρία τους. Η αγαθότης του Κυρίου δι' ευχών της Υπεραγίας Θεοτόκου, τελικά τις ελέησε. Πέρασαν τα εναέρια τελώνια και έλαβαν την άφεση των αμαρτιών» (Άρχ. Τιμοθέου, Όσιος Σεραφείμ, σελ. 232). Σκέψου! Ενώ ο Θεός μπορούσε μόνος Του να τις σώσει, το απεκάλυψε στον Όσιο, για να ακουστούν οι ανθρώπινες προσευχές επί τρία ημερονύκτια! Φαντάσου πόσο πρέπει εμείς να προσευχόμαστε και πόσο καθαρή ζωή να έχουμε για ν' ακούγονται οι προσευχές μας!
(2) Με το πρόσφορο που στον Εσπερινό του Σαββάτου προσφέρουμε στον Ιερό Ναό, για να μνημονεύσει ο Λειτουργός την επόμενη το πρωί στην Αγία Προσκομιδή τα ονόματα των κεκοιμημένων μας. Και είναι μεγάλη η βοήθεια αυτή, όπως φαίνεται καθαρά στο ζωντανό - σύγχρονο παράδειγμα που ακολουθεί.
Ο Αντισυνταγματάρχης Α.Γ. το έτος 1984 άρχισε να θρησκεύει σωστότερα και όταν έμαθε τα ανωτέρω, άρχισε να προσφέρει κάθε Σάββατο ένα πρόσφορο για την ψυχή του κεκοιμημένου πατέρα του. Μετά από λίγο καιρό παρουσιάστηκε ο πατέρας του στον ύπνο της μητέρας του και της είπε : «Πολύ μ' ευχαριστεί ο Α. μ' αυτό που μου στέλνει». Όταν αυτά τα ανακοίνωσε τηλεφωνικά στο γιο της, ο Α. δεν έδωσε σημασία στα λόγια της, διότι δεν είχε σχετικές εμπειρίες. Όταν όμως μετά από ένα διάστημα για δεύτερη φορά επαναλήφθηκε η εμφάνιση του πατέρα στον ύπνο της μητέρας του, μετά το δεύτερο τηλεφώνημα της μητέρας, ερώτησε τον Πνευματικό του, για να του εξηγήσει αυτός το φαινόμενο. Και ο Γέροντας απάντησε: «Το πρόσφορο, παιδί μου, που φέρνεις στο Ναό, μεταφέρεται πνευματικά στον ουρανό, όταν εγώ μνημονεύω το όνομά του στην Ιερά Πρόθεση και αυτό ευχαριστεί και αναπαύει τον πατέρα σου »
(3) Με τα κόλλυβα στα Τρισάγια τα οποία μπορούμε τακτικά να τελούμε στον Ι. Ναό της ενορίας μας πρωί ή απόγευμα ή στα Μνημόσυνα το Σάββατο πρωί, όποτε θέλουμε. Η βοήθεια και σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι μεγάλη, όπως φαίνεται από τη διήγηση του Παπαδημήτρη Γκαγκαστάθη στο ομώνυμο βιβλίο, σελ. 81: «Το 1946 με ειδοποίησαν ότι σε μία χαράδρα κοντά στο χωριό Λιόπρασο, υπάρχουν τα οστά τεσσάρων ανθρώπων που δολοφονήθηκαν το 1944 από κομμουνιστές αντάρτες, Αποφάσισα να τα μεταφέρω μαζί με χωριανούς στο οστεοφυλάκιο του Ναού. Μόλις φθάσαμε, ακούσαμε γογγυσμούς και φωνές, όπως προφανώς ακούγονταν την ώρα που τους βασάνιζαν και ξεψυχούσαν. Η παρέα μου άρχισε να φοβάται. Τους καθησύχασα και τους απέδειξα πόσο ζωντανή είναι η θρησκεία μας. Μόλις άρχισα το Τρισάγιο, σταμάτησαν οι φωνές. Περίμεναν ν' ακούσουν τις σχετικές συγχωρητικές ευχές!!! Τα τρισάγια και τα μνημόσυνα είναι σωστά και άγια. Είναι δε ανάγκη να γίνονται. Ήταν σοφοί και άγιοι οι. Πατέρες της Εκκλησίας που τα καθιέρωσαν».
Είναι αυτονόητο ότι η Εκκλησία τελεί μνημόσυνα μόνο υπέρ των κεκοιμημένων εν πίστει, δηλ. υπέρ των ανθρώπων που έχουν κοινωνία προς αυτήν. Επομένως δεν τελεί μνημόσυνα σε μη ορθοδόξους χριστιανούς, σε αιρετούς , σε αφορισμένους και σε αυτόχειρες.
Τέλος μνημόσυνα δεν τελούνται στις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι την Κυριακή του Θωμά.
(4) Με τέλεση ιδιαίτερου Σαρανταλείτουργου αμέσως μετά το θάνατο τους ή με την πρώτη ευκαιρία. Δηλ. τελούμε σαράντα Θειες Λειτουργίες, κατά τις οποίες μνημονεύεται καθημερινά το όνομα του κεκοιμημένου μας. .
Τα Σαρανταλείτουργα καθιερώθηκαν στην αρχή μόνο για τους κεκοιμημένους. Αργότερα στα ονόματα των τεθνεώτων πρόσθεσαν και τα ονόματα ζώντων, διότι η Θεία λειτουργία τελείται και για την επίγεια και για την ουράνια Εκκλησία. Είναι μεγάλη βοήθεια για την ανάπαυση της Ψυχής του κοιμηθέντος ανθρώπου μας, αλλά και για την προσωρινή κρίση του, από τον Θεό που γίνεται την τεσσαρακοστή ημέρα από του θανάτου του, η μνημόνευση των ονομάτων σε 40 συνεχείς Θ. Λειτουργίες. (Σαρανταλείτουργο έγινε και για την Ψυχή του γνωστού μεγάλου Γέροντα π. Παϊσίου!)
(5) Με τέλεση ιδιαίτερης Θείας Λειτουργίας κατά την οποία, προετοιμαζόμενοι αναλόγως, κοινωνούμε όλοι και οι ζώντες και (με μυστικό - πνευματικό τρόπο που ο Χριστός γνωρίζει), οι κεκοιμημένοι μας. Είναι η πιο ευπρόσδεχτη θυσία και προσφορά στον Θεό. Γι' αυτό τα τριήμερα, τα εννιάμερα, τα τεσσαρακονθήμερα, τα τρίμηνα, τα εξάμηνα και τα ετήσια μνημόσυνα είναι προτιμότερο να γίνονται με Θεία Λειτουργία.
β. Ελεημοσύνες
'Ελεημοσύνη είναι η βοήθεια που προσφέρουμε στους πτωχούς σε χρήμα ή σε είδος. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή η Εκκλησία του Χριστού δια των Άγιων Πατέρων, καθόρισε ο κάθε Χριστιανός να δίδει κατ' ελάχιστον το ένα δέκατο (τη λεγόμενη «δεκάτη») από τα έσοδά του (μισθό, ενοίκια κ.λπ.) στον Θεό, δηλ. πτωχές οικογένειες, Ιδρύματα, Φιλανθρωπικούς συλλόγους, Οικοτροφεία, εξωτερικές 'Ιεραποστολές, στο παγκάρι του Ναού, σε πρόσωπα εμπιστοσύνης που αυτά μπορούν να τα διαθέσουν κ.λπ.
Για την άξία και ωφέλεια της ελεημοσύνης σε ζώντες και κεκοιμημένους μιλούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Χρυσόστομος γράφει: «Ας προσφέρουμε γι' αυτούς που έφυγαν ελεημοσύνες και προσφορές διότι πραγματικά αυτές τούς εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση, κέρδος και ωφέλεια. Γιατί αυτά ούτε νομοθετήθηκαν ούτε παραδόθηκαν στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς Μαθητές Του έτσι άσκοπα και τυχαία».3 Και άλλού: «Εάν δεν πρόλαβες να ρυθμίσεις όλα τα ζητήματα της Ψυχής σου όσο ζούσες, τότε φρόντισε, έστω και στα τελευταία σου, να αφήσεις εντολή στους δικούς σου να σου στείλουν όλα τα δικά σου μαζί σου, για να σε βοηθήσουν. Εννοώ βεβαίως τις ελεημοσύνες και τις προσφορές. 'Έτσι θα μαλακώσεις τον Λυτρωτή απέναντί σου, αφού με αυτά ευχαριστιέται και τα δέχεται».
«Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήσει μαζί με τα παιδιά σου και ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μην παραλείπεις τους πτωχούς».
15. Το κείμενο αυτό και τα λοιπά τέσσερα που ακολουθούν ευρίσκονται στο μνημoνευθέν έργο του Αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού.
 
Και ο Άγιος Γρήγορος ο Διάλογος τονίζει: «Δεν πρέπει να περάσει από το μυαλό κανενός ότι αυτά που προσφέρονται με πίστη στον Θεό δεν φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή, τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται. Παράδειγμα: εκείνος που θα αλείψει κάποιον άρρωστο με μύρο ή αγιασμένο λάδι πρώτα δέχεται ο ίδιος τη χρίση (στα χέρια του) και στη συνέχεια χρίει τον άρρωστο. Έτσι αυτός που τρέχει για τη σωτηρία του πλησίον, πρώτα ωφελεί τον εαυτό του και μετά τον πλησίον. Ο Θεός δεν είναι άδικος, για να ξεχνάει το έργο που γίνεται».
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης γράφει: «Το ‘το καθένας θα θερίσει ό,τι έσπειρε΄’ και τα άλλα παρόμοια, λέχθηκαν οπωσδήποτε για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου και για την κρίση που θα κάνει τότε ... 'Έτσι προτού φθάσει εκείνη η
ώρα, ας βοηθήσουμε ο ένας; τον άλλον και ας προσφέρουμε στον Θεό τη φιλαδελφία μας. Γιατί δέχεται ευχαρίστως όσα προσφέρουμε για όσους δεν πρόλαβαν, δηλ. για όσους έφυγαν απροετοίμαστοι, και τα λογαριάζει σαν να ήταν έργα και προσφορές που έγιναν απ’ αυτούς».
Η δύναμη της προσευχής, της νηστείας και ιδιαιτέρως της ελεημοσύνης φαίνεται καθαρά στο θαυμαστό και διδακτικό δράμα που ακολουθεί:
Μία μητέρα υπερβολικά όμορφη έμεινε πολύ νέα χήρα με ένα παιδί μικρό. Για να ζήσουν προτίμησε την εύκολη ζωή, την άσωτη, από την οποία απέκτησε πλούτη πολλά. Όταν ο γιος της μπήκε στην εφηβεία, πέθανε και αυτή, με
αποτέλεσμα να μείνει όλη η περιουσία στα χέρια του. Όταν ο νέος κατάλαβε τη ματαιότητα αυτής της ζωής και το ανώφελον του πλούτου, εφόσον ο άνθρωπος τίποτε δεν παίρνει μαζί του σαν πεθάνει, μοίρασε όλα τα χρήματα στις εκκλησίες και τα κτήματα στους πτωχούς για την ψυχή των γονέων του και ιδιαίτερα της μητέρας και πήγε στην έρημο να προσευχηθεί μαζί με τους Μοναχούς για τη σωτηρία τους. Παράλληλα του γεννήθηκε η απορία: Δέχτηκε άραγε ο Θεός
τις ελεημοσύνες μου και θ' ακούσει τις προσευχές μου; Και ρωτούσε για να πληροφορηθεί.
Στα Ιεροσόλυμα που πήγε, για να λύσει την απορία του, ο Πατριάρχης τον έστειλε στους Μοναχούς της έρημου της Θηβαϊδας και αυτοί, με τη σειρά τους, στη βαθιά έρημο, διότι, όπως του είπαν: «αυτό που θέλεις να μάθεις δεν είναι μικρό και ανάμεσά μας δεν θα βρεις κανένα που να μπορεί να σου δώσει θετικές πληροφορίες».
Μετά από πορεία τριάντα ήμερων βρέθηκε μπροστά σε μια σπηλιά από την οποία βγήκε ένας ασπρομάλλης Γέροντας, μία μορφή εξαϋλωμένη. Αφού εξήγησε το πρόβλημα και ερώτημά του, ο Γέροντας, μετά την ανάπαυση που έδωσε στην ψυχή και στο σώμα του νέου, με πολλή ταπείνωση του είπε:
- Αδελφέ αυτό που ζητείς από μένα, είναι πολύ μεγάλο. Υπερβαίνει κατά πολύ την ανθρώπινη δύναμη. Είναι έργο καθαρά του Θεού. Αλλά ας παρακαλέσουμε μαζί τον Θεό, αφού έκανες τον κόπο και ήλθες μέχρις εδώ, να μας φανερώσει την αλήθεια και να λύσει τις απορίες που έχεις.
Βγήκε έξω από τη σπηλιά, έκανε ένα κύκλο πάνω στη γη με το γεροντικό μπαστούνι του και του είπε να μείνει μέσα στον κύκλο αυτό όρθιος, επί επτά ήμερες και νύκτες, χωρίς να φάει ή να πιει τίποτε, αλλά παρακαλώντας τον Θεό με θερμή προσευχή και δάκρυα. Το ίδιο θα έκανε και ο ίδιος μέσα στη σπηλιά, για να κάνει ο Πανοικτίρμων Θεός το έλεός Του και να τούς φανερώσει, εάν είναι θέλημά Του, αυτό που ζητά να μάθει ο νέος.
Την έβδομη νύχτα ο νέος ήρθε σε έκσταση και είδε το ακόλουθο όραμα: Δίπλα του στα αριστερά είδε μία πολύ μεγάλη λίμνη η οποία ήταν γεμάτη ακαθαρσίες, βορβός και λάσπη και έβγαζε ανυπόφορη βρώμα και δυσωδία. Μέσα στη λάσπη αυτή διέκρινε ανθρώπινα κεφάλια που ανέβαιναν στην επιφάνεια και κατέβαιναν, ακριβώς όπως το νερό βράζει και κοχλάζει. Κάποια στιγμή παρατηρώντας βλέπει να ανεβαίνει και η μητέρα του, η οποία τον ανεγνώρισε και άρχισε να φωνάζει απελπισμένα:
- Παιδί μου, βοήθησέ με και σώσε με! Και όπως τα έλεγε αυτά, ο βρασμός την κατέβασε πάλι στο βυθό. Σε λίγο ο βρασμός την ξανανέβασε και τότε φώναξε πάλι:
- Παιδάκι μου, αγαπητό, βοήθησε με! Δεν πρόλαβε να πει τίποτε άλλο και ο βρασμός την κατάπιε. Όταν για τρίτη φορά ξαναήλθε στην επιφάνεια μέχρι το στήθος με θρήνους και αναστεναγμούς φώναξε:
- Σπλαχνίσου με, παιδάκι μου και μη μ' αφήνεις σ' αυτή τη βρωμιά, σε τέτοιο πόνο και φρικτό μαρτύριο της κολάσεως.
Τότε, ο νέος από τον πολύ πόνο και αγάπη για τη μητέρα του, άπλωσε το χέρι του, χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο μήπως και αυτός παρασυρθεί, την άρπαξε από τα μαλλιά και την ώρα που βυθιζόταν με πολύ κόπο την έβγαλε έξω από τη βρωμερή λίμνη. Εκείνη τη στιγμή στα δεξιά του, βλέπει μία χρυσή κολυμβήθρα, όπου την έπλυνε και την τοποθέτησε ανάμεσα σε λαμπροφορεμένους νέους που ήσαν δίπλα από την κολυμβήθρα, ενώ η μητέρα του με δάκρυα ευγνωμοσύνης υμνολογούσε τον Κύριο και Θεό και Σωτήρα μας Χριστό και ευχαριστούσε το γιο της που με το έλεος και την πολλή ευσπλαχνία του Θεού την έβγαλε από τη βρωμερή εκείνη κόλαση.
Το πρωί, όταν ξημέρωσε η ευλογημένη εκείνη ήμερα, ο άγιος Ερημίτης άκουσε το δράμα που του διηγήθηκε ο νέος, τον βεβαίωσε ότι και εκείνος είδε ακριβώς τα ίδια και με δάκρυα στα μάτια δόξαζαν και υμνολογούσαν τον Δεσπότη Χριστό που δείχνει στους δούλοι»; Του την ευσπλαχνία Του και λυτρώνει με τέτοιους τρόπους από τον Άδη Ψυχές, που γι' αυτές έχυσε το Πανάγιο Αίμα Του πάνω στο Σταυρό!
 
Μνημόσυνα τριήμερα, εννιάμερα, σαραντάμερα
α. Τα τριήμερα μνημόσυνα που κάνουμε μετά το θάνατο του ανθρώπου μας, τελούνται κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδος και δια τον τριημέρως εγερθέντα Χριστό, τον Οποίο παρακαλούμε να αναπαύσει τον κοιμηθέντα μετά των δικαίων.
β. Τα εννιάμερα τελούνται επειδή στις εννέα ήμερες αρχίζει να διαλύεται ο κοιμηθείς «εις τα εξ ών συνετέθη» και παρακαλούμε τον Θεό να τον συγκαταριθμήσει με τα εννέα άϋλα τάγματα των Αγγέλων.
γ. Τα σαραντάμερα ή τεσσαρακονθήμερα τελούνται επειδή την τεσσαρακοστή ήμερα λαμβάνεται η απόφαση για τον κοιμηθέντα και απέρχεται όπου κρίνει ο φιλάνθρωπος Θεός (εκ δεξιών ή εξ αριστερών), ανάλογα με τη ζωή και τα έργα του και παραμένει εκεί μέχρι την ήμερα της τελικής κρίσεως. Με αυτά παρακαλούμε τον Θεό να καθαρίσει την ψυχή του ανθρώπου, να την κρίνει επιεικώς και να την τάξει μετά των δικαίων.
 
Προσφορές - Κόλλυβα
Άλλο δώρο πάμε στο φίλο ή συγγενή μας και άλλο πολύ μεγαλύτερο - στον 'Υπουργό ή Στρατηγό. Οι προσφορές μας λοιπόν προς τον Θεό πρέπει να είναι ανάλογες προς τη μεγαλοπρέπεια του Θεού. Επίσης πρέπει η διάθεση και τα αισθήματά μας να κατέχουν στην ψυχή μας τη θέση και προτεραιότητα που αρμόζει στον Θεό.
Ο γεωργός Κάιν πρόσφερε στον Θεό θυσία από τα προϊόντα του μόχθου του. Αλλά η θυσία του ήταν πρόχειρη, τυπική και όχι αντάξια του Θεού. Αυτό που έκανε δεν κατείχε στην ψυχή του την πρώτη θέση. Φαίνεται ότι θεωρούσε τον εαυτόν του δωρητή στον Θεό! Γι' αυτό η θυσία του δεν έγινε αποδεκτή από τον Θεό και δεν εισακούστηκαν οι προσευχές του.
Ο βοσκός Άβελ πρόσφερε ταπεινά, με πίστη, όπως αναφέρει ο Απ. Παύλος (Έβρ. ια, 4), ό,τι ωραιότερο, ό,τι πολυτιμότερο, ό,τι εκλεκτότερο είχε στο ποίμνιό του, τα άριστα των αρίστων! Και φαίνεται ότι τον εαυτό του δεν τον θεωρούσε δωρητή, αλλά τον Θεό θεωρούσε δωρητή και ευεργέτη του! Γι' αυτό εισακούστηκε η προσευχή του και ευαρέστησε στον Θεό.
Επειδή ο Κάιν έχει και σήμερα μιμητές, γι' αυτό ας φροντίζουμε όλοι μας ν' αποφεύγουμε το παράδειγμά του και να μιμούμεθα τη θυσία - προσφορά του Άβελ, είτε κάνουμε κόλλυβα, είτε πρόσφορα, είτε όποιες άλλες προσφορές ... Ιδιαίτερα ας προσέχουμε τα κόλλυβα που κάνουμε προς τιμή του εορταζόμενου Αγίου, ή προς τον Θεό για τις Ψυχές των κεκοιμημένων μας (τρισάγια ή μνημόσυνα) να γίνονται με ανάλογη διάθεση και κατάλληλα υλικά, το καλύτερο σιτάρι και τους καλύτερους και ακριβότερους ξηρούς καρπούς. Μερικές γυναίκες παρασκευάζουν κόλλυβα με τόσο πλούσια υλικά, με τέτοια επιμέλεια (και συχνότητα), ώστε προτιμάς να φας αυτά τα κόλλυβα, παρά παντεσπάνι ή πάστα!
 
Οδυνηρός θάνατος
Τις δοκιμασίες ασθενειών ή διωγμών πρέπει να τις δεχόμαστε, όπως δεχόμαστε και την ταλαιπωρία των εγχειρήσεων με τις οποίες εξασφαλίζουμε τη σωματική μας υγειά, ενώ στις δοκιμασίες την πνευματική.
Όλοι μας γνωρίζουμε πολλές περιπτώσεις Όχι μόνο ενάρετων, αλλά και άγιων ανθρώπων, οι οποίοι, πριν πεθάνουν, υπέφεραν και κυριολεκτικά βασανίστηκαν από επώδυνες δοκιμασίες. Σχεδόν όλοι οι Άγιοι Απόστολοι και Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, αλλά και πρόσφατα, οι σύγχρονοι μεγάλοι Γέροντες π. Επιφάνιος, π. Πορφύριος, π. Ιάκωβος, π. Παϊσιος, υπέφεραν ποικίλες δοκιμασίες κατά το θέλημα του Θεού.
Αυτές οι περιπτώσεις μας διδάσκουν ότι: α. Δεν πρέπει να παραπονούμαστε η να προβληματιζόμαστε, όταν εμείς οι ίδιοι ή δικοί μας άνθρωποι που πιστεύουν και ζουν κατά Θεόν δοκιμάζονται και υποφέρουν ποικιλοτρόπως πριν πεθάνουν.
β. Όταν οι δίκαιοι και ενάρετοι άνθρωποι υποφέρουν πριν από το θάνατό τους, αυτό συμβαίνει, «για να καθαριστούν και από τα ελάχιστα ίχνη των παθών τους και για να πάρουν μεγαλύτερο στεφάνι στον ουρανό. Εξ άλλου, αφού στον Υιό Του τον αγαπητό επέτρεψε να υποφέρει και να πεθάνει επάνω στο Σταυρό, τί να πούμε για τους ανθρώπους, οι οποίοι, όσο άγιοι και αν είναι, έχουν ρύπους και κηλίδες από αμαρτίες;» (Γέρ. Επιφάνιος. Υποθήκες Ζωής σ. 139).
γ. Όλες οι δοκιμασίες αποδεικνύονται (και σ' αυτή τη ζωή) ή θ' αποδειχθούν (στην αιώνια ζωή), ευεργεσίες του Θεού για μας.
Επομένως ο οδυνηρός θάνατος ενός Χριστιανού δεν είναι κάτι κακό, το οποίο πρέπει να παρεξηγούμε ή να φοβόμαστε. Παρακαλούμε τον Θεό να μας δίνει υπομονή, για να σηκώνουμε το σταυρό μας αγόγγυστα, χωρίς να απογοητευόμαστε. Υποφέρουμε λίγους μήνες ή λίγα χρόνια, αλλά στην ουράνια Βασιλεία Του ο Θεός μας ετοιμάζει αιώνια αγαθά και βραβεία. Άλλωστε οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες που αντιμετωπίζουμε είναι στα ανθρώπινα μέτρα μας. «Και ο Θεός που κρατάει τις υποσχέσεις Του, δε θα επιτρέψει σε κανένα πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας αλλά όταν έρθει ο πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε» (Α Κορ. ι' , 13) .
Κακό είναι να πεθάνει κανείς (είτε με δοκιμασίες είτε χωρίς δοκιμασίες) «εν αμαρτίαις», δηλ. αμετανόητος, χωρίς να έχει εξομολογηθεί και χωρίς να έχει κοινωνήσει.
 
Άδικος θάνατος δικαίων
Άδικος θάνατος είναι π.χ. του Άβελ. Ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του όχι διότι τον ζημίωσε ή τον έβλαψε , αλλά, επειδή ο Άβελ τίμησε με θυσία τον Θεό όπως έπρεπε, και έγινε δεκτή η προσευχή του. Οργίστηκε ο Κάιν, μίσησε τον αδελφό του και τελικά τον σκότωσε.
Ο Θεός δεν εμπόδισε να γίνει ο πρώτος αυτός φόνος στη γη, επειδή ακριβώς αγαπούσε τον Άβελ και όχι επειδή τον μισούσε. Λέγει σχετικά ο Άγιος Χρυσόστομος ότι ο Θεός θέλησε «από της αδικωτάτης αυτής σφαγής» να του κάνει λαμπρότερο το στεφάνι στην αιώνια ζωή.
Επομένως Ισχύουν και για τον άδικο θάνατο των δικαίων, όσα αναφέραμε και για τον οδυνηρό θάνατο και δεν πρέπει να έχουμε λογισμούς γιατί αδικοπεθαίνουν ορισμένοι δίκαιοι.
 
Αιφνίδιος θάνατος
Η Εκκλησία, παρ' ότι γνωρίζει ότι ο Θεός «παίρνει» τον άνθρωπο στην καλύτερή του ώρα, απεύχεται τον αιφνίδιο θάνατο και δέεται «υπέρ του διαφυλαχθήναι ημάς από λοιμού, λιμού, σεισμού ... και αιφνιδίου θανάτου». Δηλ. εύχεται να μας φυλάξει ο Θεός από αιφνίδιο θάνατο, επειδή συνήθως είμαστε απροετοίμαστοι γι' αυτόν.
Ο Γέροντας Πορφύριος με αφορμή ένα τέτοιο αιφνίδιο θάνατο ενός άγιου ανθρώπου είχε πει : Για τρεις λόγους ο Θεός μπορεί να επιτρέψει ένα αιφνίδιο θάνατο (καρδιακή προσβολή, τροχαίο ατύχημα κ.λπ.):
α. Όταν ο άνθρωπος είναι άγιος, δηλ. ζει μία υψηλή πνευματική ζωή και θέλει ο Θεός, για λόγους που ο ίδιος γνωρίζει, να τον πάρει κοντά Του, ώστε να συνεχίσει να ζει αίωνίω τη μακαρία αυτή ζωή, (περίπτωση σπάνια).
β. Όταν ο άνθρωποι; έχει μερικά καλά, αλλά ο Θεός βλέπει ότι πρόκειται να περιπέσει σε βαριά αμαρτία, εξαιτίας της οποίας θα χάσει τον Παράδεισο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις επιτρέπει, δηλ. δεν εμποδίζει τον αιφνίδιο θάνατο, όποτε και αυτός ο άνθρωπος για τα λίγα καλά του (και φυσικά με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες των δικών του, όπως σημειώσαμε παραπάνω), αποφεύγει την κόλαση και «εξασφαλίζει» τον Παράδεισο, (πολύ συνηθισμένη περίπτωση).
γ. Όταν ο άνθρωπος είναι αμετανόητος και δεν ενδιαφέρεται για την ψυχή του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις υφίσταται αιφνίδιο θάνατο σαν συνέπεια των πράξεών του και ο Θεός δεν τον εμποδίζει, γνωρίζοντας την αμετανοησία του. (Είναι η τρίτη περίπτωση, χωρίς να μπορούμε εμείς να προσδιορίσουμε ποιος υπάγεται σ' αυτήν. Διότι δεν γνωρίζουμε τί συμβαίνει στις ψυχές των ανθρώπων τις τελευταίες ώρες ή και τα τελευταία λεπτά της ώρας, πριν παραδώσουν την ψυχή τους).