Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

«Ἡ θεολογία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» καί, «Ἡ δημιουργία τῆς κτίσεως καὶ τῶν ἀγγέλων»,

 



Εἰσήγηση στὴν Β΄ συνάντηση (19.12.2016) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Ε΄ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2016-2017)    
Εἰσηγητής: Ἀρχιμ. Φώτιος Ἰωακεὶμ
Παρουσίαση τῶν ὁμωνύμων κεφαλαίων ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» (τόμος Β´, 2η ἔκδοση, σελ. 47-145)
 
Πανιερώτατε,
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ πατέρες καὶ ἀδελφοί,
Συνεχίζουμε σήμερα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐντρύφηση καὶ ἀναδίφηση στὸ σπουδαῖο δίτομο ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη», ποὺ θὰ ἀπασχολήσει στὸ σύνολό τους τὶς Συναντήσεις τοῦ Σεμιναρίου μας κατὰ τὸ τρέχον ἀκαδημαϊκὸ ἔτος.
Τὸ θέμα, μᾶλλον τὰ θέματα τῆς σημερινῆς μας Συνάντησης, εἶναι βασικὰ δύο: «Ἡ θεολογία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» καί, «Ἡ δημιουργία τῆς κτίσεως καὶ τῶν ἀγγέλων», σύμφωνα πάντοτε μὲ τὸ ἀνωτέρω ἔργο.
Κάτι ἀναγκαῖο εἰσαγωγικά: Θὰ προσέξουμε ὅτι στὰ ὑπὸ ἐξέταση βιβλία -καί, ἑπομένως, καὶ στὴν παροῦσα μας εἰσήγηση- ὁ συγγραφέας ἐπανέρχεται συχνὰ στὰ ἴδια θέματα καὶ παρατηροῦνται κάποιες ἀναπόφευκτες ἐπαναλήψεις. Τοῦτο ὀφείλεται στὴ φύση τῶν θεμάτων τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς», ποὺ τυγχάνουν ἀλληλοεφαπτόμενα καὶ ἀλληλοεξαρτώμενα.
Πρὶν προχωρήσουμε ὅμως στὴν παρουσίαση τῶν θεμάτων μας, θὰ ἤθελα νὰ ἐπισημάνω ξανὰ καὶ συνοπτικὰ κάτι σημαντικό, ποὺ ἀναφέρθηκε καὶ στὴν προηγούμενη Συνάντησή μας καὶ ποὺ ἀφορᾶ στὸ ὅλο ὑπὸ παρουσίαση ἔργο: Ἑρμηνευτικὸ κλειδὶ καὶ προϋπόθεση τῆς ἐμπειρικῆς αὐτῆς προσέγγισης τῆς Δογματικῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ἀποτελοῦν τὰ τρία στάδια τῆς πνευματικῆς μεθηλικίωσης τοῦ πιστοῦ, δηλ. ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση (ἢ δοξασμὸς ἢ ἁγιασμός). Ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός, ἔχοντας λάβει τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ ἅγιο Χρῖσμα, μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ μέσα στὴ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν προσωπικό του ἀγώνα, ἀγωνίζεται νὰ καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ φθοροποιὰ ἁμαρτωλὰ πάθη. Καί, ὅσο καθαίρεται, τόσο φωτίζεται. Ὁ φωτισμὸς αὐτὸς ποὺ λαμβάνει εἶναι ἐνυπόστατος, δηλ. παρέχεται ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅσοι δὲ πιστοὶ προκόψουν στὴν πορεία αὐτὴ τοῦ φωτισμοῦ, φθάνουν, ὅταν καὶ ὅπως εὐδοκήσει ὁ Τριαδικός μας Θεός, στὴ θέωση, δηλ. κοινωνοῦν, μετέχουν πληρέστερα στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, καὶ γίνονται κατὰ χάριν θεοί, αὐτὸ δηλ. ποὺ εἶναι καὶ ὁ ἄκρος σκοπὸς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ θεούμενοι πιστοὶ γνωρίζουν πλέον τὸν Θεὸ ἐμπειρικὰ -ὄχι ἁπλῶς γνωσιολογικά. Καὶ αὐτὴ ἡ ἐμπειρικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ τὴν ἀληθινὴ δογματικὴ συνείδηση. Καὶ εἶναι αὐτὴ τὴ δογματικὴ ἐμπειρικὴ συνείδηση τῶν θεωμένων ἁγίων, ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι στοὺς δογματικοὺς Ὅρους καὶ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, ποὺ θέσπισαν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Καὶ ἡ ἀπόλυτη αὐθεντικότητα καὶ ἀλήθεια τῶν δογμάτων αὐτῶν ἐπιβεβαιώνεται διαχρονικὰ ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας, ὅσους δηλαδὴ πιστοὺς φθάνουν στὴ θέωση ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Καὶ ἐμεῖς, ποὺ δὲν φθάσαμε στὰ μέτρα αὐτὰ τῶν ἁγίων μας, ὀφείλουμε νὰ ἀκολουθοῦμε ταπεινὰ καὶ μὲ πεποίθηση τὴν ἐμπειρικὴ διδασκαλία τους, ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ μὲ ἀσφάλεια στὴ σωτηρία, στὸν ἁγιασμό μας.   

Τί είναι η θεία αποκάλυψη; † π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας


† π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας  Δρ. Φιλοσοφίας
ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΗΧΗΣΕΩΣ
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ;
(Συνοπτικά)

Σύμφωνα με την ορθόδοξη πίστη η Εκκλησία δεν θεμελιώνεται πάνω σε γραπτά κείμενα, αλλά στην ομολογία πως ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, πως δηλαδή στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκε ο Θεός με τον άνθρωπο «αδιαιρέτως, ατρέπτως, ασυγχύτως, αχωρίστως», και ο άνθρωπος ήλθε σε πραγματική κοινωνία με τον Θεό, στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκε υποστατικά, δηλαδή σε μία και μοναδική υπόσταση, ο Θεός και ο άνθρωπος.
 
Ο Υιός και Λόγος του Θεού συνεχίζει να είναι υποστατικά ενωμένος με το σώμα Του και σαν κεφαλή της Εκκλησίας είναι πάντοτε ενωμένος μαζί μας (Ματθ. ιη' 20. κη' 20). Την παρουσία του Χρίστου ενεργοποιεί το Άγιο Πνεύμα στη ζωή της Εκκλησίας (Α' Κορ. ιβ' 3), γι' αυτό και η Εκκλησία είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. γ' 15. Πρβλ. Α' Κορ. β' 7-11).
 
Στο σώμα του Χρίστου, «στους αγίους» παραδόθηκε η αγία μας πίστη «άπαξ», μια για πάντα- όποιος δεν ανήκει σ' αυτό το σώμα, δεν μπορεί να ερμηνεύσει σωστά την αγία Γραφή (Β' Θεσ. γ' 6. Β' Πέτρ. γ' 16. Ιούδα 3-4). Μ' αυτή την έννοια η ιερή παράδοση είναι η εμπειρία της Εκκλησίας, η ιερή μνήμη της Εκκλησίας, που διαφυλάσσεται σαν πολύτιμος θησαυρός (Β' Τιμ. α' 13-14).
 
Η αγία Γραφή δεν περιλαμβάνει την πληρότητα της θείας αποκάλυψης. Ήδη από την Παλαιά Διαθήκη υπογραμμίζεται η σημασία της προφορικής παράδοσης και η φροντίδα για τη μετάδοση της από γενεά σε γενεά (Ψαλμ. μγ' 2 / μδ' 1. Ιωήλ α' 3). Η Καινή Διαθήκη σημειώνει πως δεν περιέχει την πληρότητα των λόγων και των έργων του Χριστού (Ιω. κα' 25).
 
Η ίδια η αγία Γραφή κάνει χρήση της παράδοσης (Αριθ. κα' 14-15. Ματθ. β' 23. Πράξ. κ' 35. Β' Τιμ. γ' 8. Ιούδα 14). Ο Χριστός δεν παρακίνησε τους μαθητές του να γράψουν βιβλία, αλλά να κηρύξουν, υποσχόμενος πως θα βρίσκεται για πάντα μαζί τους (Ματθ. κη' 20) και ότι θα τους αποστείλει το Πνεύμα το Άγιο για να μείνει μαζί τους (Ιω. ιδ' 16), να τους διδάξει και να τους υπενθυμίσει το κήρυγμα Του (Ιω. ιδ' 25-26), να τους οδηγήσει «εις όλην την αλήθεια», αποκαλύπτοντας σ' αυτούς το βαθύτερο νόημα των λόγων του Χρίστου, όλα εκείνα που με τις δικές τους δυνάμεις δεν μπορούσαν να «βαστάξουν» (Ιω. ιστ' 12-15).
 
Αλλά και οι απόστολοι δεν περιορίσθηκαν στα γραπτά κείμενα- μετέδωσαν στους πρώτους χριστιανούς πολύ περισσότερα από εκείνα που κατέγραψαν «διά χάρτου και μελάνης» (Β' Ιω. 12. Γ' Ιω. 13-14. Α' Κορ. ια' 34). Μερικά από τα γραφόμενα αποδείχθηκαν ότι έχουν καιρική σημασία, γιατί δεν διατηρήθηκαν στη Εκκλησία: ο αριθμός των διακόνων (Πραξ. στ' 3), το τάγμα των χηρών (Α' Τιμ. ε' 9), το κάλυμμα των γυναικών (Α' Κορ. ια' 5), το νίψιμο των ποδιών (Ιω. ιγ' 14).
 
Στο κέντρο της αγίας Γραφής είναι το πρόσωπο του Χριστού (Ιω. ε' 38-39. Γαλ. γ' 24), χωρίς το Χριστό δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την αγία Γραφή (Β' Κορ. γ' 14). Έτσι η ενότης στο σώμα του Χριστού, δηλαδή στη Εκκλησία, εξασφαλίζει την καθαρότητα της ευαγγελικής αληθείας (Α' Τιμ. γ' 15).

Η αγία Γραφή δεν απευθύνεται σε διασκορπισμένα άτομα, αλλά σε πιστούς, που είναι συγκροτημένοι σε ένα σώμα. Η ιερή παράδοση είναι η ατμόσφαιρα μέσα στη όποια το σώμα ζει και κατανοεί ορθά την αλήθεια, είναι η διαρκής εμπειρία της Εκκλησίας, η συνείδηση της, όχι προσωπικές γνώμες, διδασκαλίες, εντάλματα ανθρώπων (πρβλ. Ήσ. κθ' 13. Ματθ. ιε' 3.4.9. Μάρκ. ζ' 8. Κολ. β' 8).

 
Μ ε βάση το θησαυρό της ιερής μνήμης της Εκκλησίας, η μελέτη της άγιας Γραφής οδηγεί στη ενότητα, όχι στη διάσπαση της Εκκλησίας. Μ' αυτό τον τρόπο εκπληρώνεται η επιθυμία του Χριστού για ενότητα των πιστών (Ιω. ιζ' 20-21). Γι’  αυτό και οι απόστολοι συνιστούσαν τους χριστιανούς να κρατούν τις παραδόσεις, δηλαδή τον θησαυρό που τους εμπιστεύθηκαν (Α' Κορ. ια' 2. Φιλιπ. δ' 9), «είτε δια λόγου, είτε δι' επιστολής» (Β' Θεσ. β' 15. πρβλ. Β' Τιμ. α' 13).
 
Οι ποιμένες της Εκκλησίας τοποθετήθηκαν στη θέση αυτή για να αγρυπνούν, να είναι δηλαδή φύλακες (= επίσκοποι) της καθαρότητας της ζωής και της διδασκαλίας της Εκκλησίας (Πράξ. κ' 28-31): «να αναζωπυρής το χάρισμα του Θεού, το οποίον είναι εν σοι διά της επιθέσεως των χειρών μου... Κράτει το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων, τους οποίους ήκουσας παρ' εμού... την καλήν παρακαταθήκην φύλαξον διά του Πνεύματος του Αγίου του ενοικούντος εν ημίν» (Β' Τιμ. α' 6. 13. 14), «και όσα ήκουσας παρ' εμού διά πολλών μαρτύρων, ταύτα παράδος εις πιστούς ανθρώπους, οι οποίοι θα είναι ικανοί να διδάξουν και άλλους» (Β' Τιμ. β' 2).
 
Με άλλα λόγια η αποστολική διαδοχή συμβαδίζει με την αποστολική διδαχή. Με αυτή την έννοια κατανοούμε τους λόγους του αγίου Ιγνατίου (110): «Διότι ο Ιησούς Χριστός, η αληθινή μας ζωή, είναι η γνώμη του Πατρός, όπως επίσης και οι επίσκοποι οι οποίοι έχουν κατασταθεί εις τα πέρατα της γης είναι με την γνώμη του Ιησού Χριστού («εν Ιησού Χριστού γνώμη»). Λοιπόν, πρέπει και σεις να παρακολουθείτε τη γνώμη του επισκόπου, πράγμα το οποίο και κάμνετε, διότι το άξιον του ονόματος του πρεσβυτέριό σας, το όποιον είναι και του Θεού άξιο, είναι συνηρμοσμένο με τον επίσκοπο, όπως οι χορδές εις την κιθάρα» (Ίγν., Έφεσ. III, 2-IV,1).
 
Η διδασκαλία αυτή δεν είναι σημερινή- είναι πρωτοχριστιανική πεποίθηση:
«Από τα δόγματα και τας αληθείας που φυλάσσει η Εκκλησία, άλλα μεν τα έχομε πάρει από την γραπτήν διδασκαλίαν, άλλα δε που μυστικώς έφθασαν μέχρις ημών τα έχομε κάμει δεκτά εκ της παραδόσεως των αποστόλων. Και τα δύο στοιχεία, και η γραπτή και η προφορική παράδοσις, έχουν την αυτήν σημασίαν διά την πίστιν. Και κανείς εξ όσων έχουν και μικράν γνώσιν των εκκλησιαστικών θεσμών δεν εγείρει αντίρρησιν επ' αυτών. Διότι αν επιχειρούσαμε να εγκαταλείψωμεν όσα εκ των εθών είναι άγραφα, διότι δήθεν δεν έχουν μεγάλην σημασίαν, χωρίς να το καταλάβωμε θα εζημιώναμε το ευαγγέλιον εις την ουσίαν του η μάλλον θα μετατρέπαμε το κήρυγμα εις κενόν νοήματος όνομα» (Μ. Βασιλ., Περί Αγίου Πνεύματος, κζ' 66).
 
Στην εποχή λοιπόν του Μεγάλου Βασιλείου, όποιος είχε ακόμη και «μικράν γνώσιν των εκκλησιαστικών θεσμών», παραδεχόταν πως η θεία αποκάλυψη διαφυλάχθηκε μυστικά στη Εκκλησία σε όλη της την πληρότητα. Για παράδειγμα ο Μ. Βασίλειος αναφέρει τη συνήθεια «οι ελπίζοντες εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» να φανερώνουν την πίστη τους «με το να κάνουν το σημείο του Σταυρού».
 
Εδώ λοιπόν έχουμε βασική διαφορά με τον προτεσταντικό κόσμο. Το αξίωμα «μόνη η Γραφή» αφήνει ακάλυπτη και αυτή την ίδια τη Γραφή, εκτεθειμένη στη «ερμηνευτική αυθεντία» και στο «αλάθητο» του καθενός πάστορα.
 
Η αγία Γραφή δεν είναι δυνατόν να απολυτοποιηθεί, γιατί αυτό θα ανπκαθιστούσε το ζωντανό Χριστό με το γράμμα της Βίβλου, που θεοποιείται ξεκομμένο από τη ζωή του σώματος του Χριστού, από τη ζωή των άγιων (Ιούδα 3). Η αγία Γραφή είναι «λόγος για τον Θεό που πέρασε από την καρδιά των άγιων είναι ο περί Θεού λόγος του Θεού» (Γ.Μεταλληνός), η αλήθεια που παραδόθηκε «άπαξ» στους άγιους (Ιούδα 3) και μάλιστα όχι ολόκληρη η αλήθεια, αλλά μέρος της. Δεν μπορεί να νοηθεί ξεκομμένη από την Εκκλησία (Α' Τιμ. γ' 15).

Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχριστιανικών ομάδων
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας

Η Αγία Τριάδα † π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας



† π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας  Δρ. Φιλοσοφίας
ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΗΧΗΣΕΩΣ
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ
Πιστεύουμε σε ένα Θεό, που είναι τέλειος και όχι ατε­λής. Η μία θεία ουσία είναι απλή και όχι σύνθετη. Γι' αυτό και όταν λέμε πως πιστεύουμε σε Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, δεν εννοούμε τρεις θεούς, αλλά Ένα: Μία Ουσία σε τρεις Υποστάσεις.
Ο Πατέρας είναι η μοναδική αιτία και η μοναδική πη­γή, από την οποία πηγάζει η θεία ύπαρξη του Υιού διά της προαιώνιου γεννήσεως, και του Αγίου Πνεύματος διά της προαιώνιου εκπορεύσεως. Τα τρία πρόσωπα της μιας Θεότη­τας αλληλοϋπάρχουν. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως συγχέον­ται· «Εγώ εν τω πατρί και ο Πατήρ εν εμοί» (Ιω. ιδ' 10-11). Αυτό το «εγώ», σε αντιπαραβολή με το «ο Πατήρ», δηλώνει πως πρόκειται για δύο πρόσωπα, όχι για ένα. Το ίδιο και η δήλωση του Ιωάννη: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν... Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν... Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. α' 1.14).
Ιδιαίτερο πρόσωπο είναι επίσης και το Άγιο Πνεύμα. Η λέξη «πνεύμα» έχει στη Γραφή πολλές έννοιες· σημαίνει βέβαια και τη δύναμη του Θεού (Κριταί ια' 29. ιδ' 6), αλλά και ο ίδιος ο Κύριος ονομάζεται δύναμη (Ματθ. κστ' 64). Υπάρχουν ακόμη εδάφια που διακρίνουν το Άγιο Πνεύμα από τη δύναμη του Θεού (Mιx. γ' 8. Πράξ. ι' 38. Ρωμ. ιε' 13. Α' Κορ. β' 4. Β' Κορ. στ' 6-7. Α' Θεσ. α' 5).
Οι Θείες Υποστάσεις διακρίνονται με το διαφορετικό τρόπο που μεταδίδεται σ' Αυτές η κοινή Θεία ουσία από τη μία «πηγή» (γέννηση-εκπόρευση). Όμως γίνεται διάκριση μεταξύ της προαιώνιας εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα και της αποστολής του για χάρη της σωτη­ρίας του ανθρώπου μέσα στην ιστορία (θεία οικονομία). Έ­τσι το Πνεύμα το Άγιο εκπορεύεται, δηλαδή έχει την αιτία της αϊδίου υπάρξεώς Του από τον Πατέρα και στέλλεται σε μάς διά του Υιού, προκειμένου να τελειώσει το έργο του Υιού (Ιω. ιδ' 26. ιε' 26).
Θα ήταν βλάσφημο να πούμε πως το Άγιο Πνεύμα δεν συνδέεται άμεσα με τον Πατέρα, τη μόνη πηγή της Θεότητος. Το ίδιο άτοπο θα ήταν να πούμε πως με την αποστολή του Αγίου Πνεύματος δεν συμμετέχουν στο έργο της σωτηρίας ο Πατήρ και ο Υιός. Αντίθετα πιστεύουμε πως για τη σωτη­ρία του κόσμου αποστέλλεται το Άγιο Πνεύμα εκ του Πα­τρός διά του Υιού. Όπως η δημιουργία έγινε εκ του Πατρός διά του Υιού εν Αγίω Πνεύματι, έτσι και η αναδημιουργία, δηλαδή η σωτηρία του κόσμου συντελείται με τη συμμετοχή και των τριών Θείων Προσώπων.
Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχριστιανικών ομάδων
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας

Γραφική κατοχύρωση της Τριαδικής Αλήθειας


† π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας  Δρ. Φιλοσοφίας
ΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Μιλήσαμε για την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον Ένα και Τριαδικό Θεό και υπογραμμίσαμε πως αυτή η πίστη θεμελιώνει την ελπίδα μας για αιώνια ζωή. Σ' αυτό το κεφάλαιο θα δείξουμε ότι η πίστη αυτή ταυτίζεται με τη διδαχή της αγίας Γραφής.


α) Ποιήσωμεν...

Η Τριαδική αλήθεια παρουσιάζεται ήδη στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου της άγιας Γραφής:
«Και είπεν ο Θεός, ας δημιουργήσουμε άνθρωπο σύμφωνα με τη δική μας εικόνα και ομοίωση (κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν) και ας εξουσιάζουν στα ψάρια της θάλασσας και στα πετεινά του ουρανού και στα κτήνη και σ' όλη τη γη και σ' όλα τα ερπετά που σύρονται πάνω στη γη. Και εδημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, σύμφωνα με την εικόνα του Θεού τον εδημιούργησε, άνδρα και γυναίκα εποίησεν αυτούς» (Γέν. α' 26-27).
 
Εδώ παρουσιάζεται ο Θεός να «βουλεύεται» απευθυνόμενος σε κάποιον ή κάποιους: «ποιήσωμεν άνθρωπον», ας δημιουργήσουμε, λέγει, υπογραμμίζοντας ότι ο άνθρωπος είναι καρπός της θείας βούλησης και ενέργειας όχι ενός, αλλά περισσοτέρων θείων προσώπων. Η «εικόνα», σύμφωνα με την οποία επρόκειτο να δημιουργηθεί ο άνθρωπος ήταν μία. Όμως ανεφέρετο όχι μόνο στο πρόσωπο που ομιλούσε, αλλά και στα πρόσωπα εκείνων με τους οποίους «εβουλεύετο». Τελικά η αγία Γραφή εγκαταλείπει τον πληθυντικό αριθμό και υπογραμμίζει ότι ο άνθρωπος εδημιουργήθη από τον Θεό και «κατ' εικόνα Θεού». Η περικοπή παρουσιάζει όχι μόνο την ταυτότητα της ουσίας των Τριών θείων προσώπων («κατ' εικόνα ημετέραν και ομοίωσιν»), αλλά και την ταυτότητα θελήματος και ενεργείας («και εποίησεν ο Θεός...»).
 
«Προς ποίον ωμίλει ο Θεός, ώστε να ομιλεί προστάζων;» ρωτάει ο Μ. Αθανάσιος αναφερόμενος στο «ποιήσωμεν άνθρωπον...» (Γεν. α' 26). «Εάν λοιπόν ωμίλει εις αυτά που εγίνοντο και έδιδε διαταγάς εις αυτά, θα ήτο περιττός ο λόγος, διότι δεν υπήρχον ακόμη, αλλ' επρόκειτο να γίνουν· ουδείς ομιλεί εις αυτόν που δεν υπάρχει, ούτε δίδει διαταγάς, διά να γίνει αυτό που δεν έχει ακόμη γίνει. Διότι εάν ο Θεός διέτασσε αυτά που επρόκειτο να δημιουργηθούν, θα έπρεπε να λέγει- γίνε ουρανέ... και δημιουργήσου άνθρωπε... Από αυτά φαίνεται ο Θεός να συνομιλεί περί τούτων με κάποιον πλησίον Του».
 
Για τον Υιό και Λόγο του Θεού γνωρίζουμε πως παρευρίσκετο κατά τη δημιουργία (Παροιμ. η' 27. Ψαλμ. λβ' 6. Ιω. α' 3. Εφεσ. γ' 9. Κολ. α' 16. Εβρ. α' 2. Αποκ. γ' 14. δ' 11). Ακόμη ο Υιός κάνει ό,τι κάνει και ο Πατέρας (Ιω. ε' 19). Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει πως ο Θεός, με το «ποιήσωμεν...» απευθύνεται προς τον Υιό, που είναι «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού» (Εβρ. α' 15) και «εικών του Θεού του αοράτου» (Κολ. α' 15), «προς την ιδίαν την εικόνα Του, την ζώσαν, εκείνην που είπε, "εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν" (Ιω. ι' 30) και "ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα" (Ιω. ιδ’ 9)• εις εκείνην λέγει το "ποιήσωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημετέραν". Όπου μία εικών, πού το ανόμοιον;». 
Αλλά στη δημιουργία παίρνει μέρος και το Άγιο Πνεύμα, όχι μόνο ο Υιός και Λόγος του Θεού: «Με τον Λόγον του Κυρίου εστερεώθησαν οι ουρανοί και με το Πνεύμα του στόματος Αυτού η δύναμις αυτών» (Ψαλμ. λβ' 6), «το Πνεύμα του Θεού με δημιούργησε και η πνοή του Παντοδύναμου με διδάσκει» (Ιώβ λγ' 4. Πρβλ. Ψαλμ. ργ' 29-30).  
«Ο γάρ Πατήρ διά του Λόγου εν Πνεύματι κτίζει τα πάντα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μ. Αθανάσιος- «επειδή, όπου είναι ο Λόγος, εκεί είναι και το Άγιον Πνεύμα· και τα κτιζόμενα διά του Λόγου έχουν την δύναμιν της υπάρξεώς των από τον Υιόν διά του Πνεύματος (Ψαλμ. λβ' 6)... Λοιπόν έτσι αποδεικνύεται ότι το Πνεύμα ναι αδιαίρετον από τον Υιόν». Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι «ο Πατήρ διά του Υιού εν Αγίω Πνεύματι ποιεί τα πάντα- έτσι διατηρείται η ενότητα της Αγίας Τριάδος και έτσι κηρύσσεται εις την Εκκλησίαν ένας Θεός» (Πρβλ. Α' Κορ. η' 6. Ρωμ. ια' 36). 
Όταν η αγία Γραφή αναφέρει «ποιήσωμεν...», εννοεί πως ο άνθρωπος και ολόκληρος η δημιουργία έχει ως «αρχική αιτία» τον Πατέρα, ως «δημιουργική» τον Υιόν και ως «τελειοποιούσα» το Άγιο Πνεύμα.


β) Εδάφια που αναφέρουν δύο θεία πρόσωπα

«Η έλευση του Παρακλήτου – ύμνος και δοξολογία στην Αγία Τριάδα»


Του Παντελεήμονα Λεβάκου, θεολόγου ΜΑ Ιστορικής Θεολογίας – Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΕΚΠΑ
«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ ὀγδόῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ἑορτάζομεν». Οκτώ εβδομάδες μετά την Ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χριστού, συναντάμε την εορτή της Πεντηκοστής. Μια εορτή ορόσημο για την χριστιανική πίστη επειδή ενώ με την Ανάσταση απέκτησε το περιεχόμενό της, τώρα έφθασε η στιγμή το κήρυγμα το μήνυμα του Ευαγγελίου να μεταφερθεί στα Έθνη. Μια ιουδαϊκής προέλευσης εορτή όπου για τους μεν Ιουδαίους η κάθε οικογένεια έπρεπε να προσφέρει στον Γιαχβέ ένα δεμάτι κριθάρι για να υποδηλώσει την επιθυμία για ειρηνική σχέση μαζί Του, για τους δε χριστιανούς σημαίνει την γενέθλιο ημέρα της Εκκλησίας. Η ημέρα της Πεντηκοστής μας καθιστά μάρτυρες δύο σκηνών· η πρώτη σκηνή διαδραματίζεται στην Παλαιά Διαθήκη και σχετίζεται με την αλαζονεία των ανθρώπων που κατοικούσαν τότε στη Γη. Η δεύτερη σκηνή προέρχεται από τις Πράξεις των Αποστόλων και σχετίζεται με την εκπλήρωση μιας υπόσχεσης. Ο άνθρωπος της Παλαιάς Διαθήκης που προσπαθεί να πλησιάσει εγωιστικά τον Θεό με ένα χειροποίητο κτίσμα – έναν πύργο, με την έλευση του Αγίου Πνεύματος στην Καινή Διαθήκη, στα πρόσωπα των Αποστόλων, βιώνει το μυστήριο της Αποκάλυψης του Θεού στην ανθρωπότητα, εξαλείφει την ντροπή της Βαβέλ και μεταδίδει το μήνυμα της ελπίδας.
Επομένως, «Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε, καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ πανάγιον Πνεῦμα – Όταν «κατέβηκε» ο Ύψιστος (στη γη) προκάλεσε την σύγχυση των γλωσσών και με αυτόν τον τρόπο χώρισε τα Έθνη· όταν (ο Ύψιστος) μοίρασε (το Άγιο Πνεύμα) με την μορφή των πύρινων γλωσσών, κάλεσε όλους σε ενότητα, επομένως όλοι μαζί εορτάζουμε το Πανάγιο Πνεύμα». Στο Κοντάκιο της ημέρας, ο υμνογράφος μας προτρέπει όλοι μαζί να υμνήσουμε και να δοξολογήσουμε το Πανάγιο Πνεύμα. Υμνούμε και δοξολογούμε το τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, το οποίο είναι ισότιμο με τον Πατέρα και τον Υιό. Υμνολογούμε το Άγιο Πνεύμα που εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα. Εδώ παρακολουθούμε δύο στιγμές από την αέναη εκπόρευσή Του, η πρώτη κατά το χρονικό της σύγχυσης των γλωσσών στην Παλαιά Διαθήκη και τον χωρισμό των Εθνών που ο Ύψιστος σοφά Επέτρεψε. Η δεύτερη είναι η εμφάνισή Του ως πύρινες γλώσσες που στάθηκαν στα κεφάλια των Αποστόλων με σκοπό να φανερωθεί ότι ήλθε ο Παράκλητος, το «Πνεύμα της αληθείας» για να μαρτυρήσει και να διαδώσει το κήρυγμα του Ευαγγελίου στα Έθνη.
Κομβικός παράγοντας για τον ευαγγελισμό των Εθνών είναι η ενότητα. Η ενότητα ως καρπός της κοινής πίστης, η ενότητα ως καρπός προσευχής των χριστιανών, η ενότητα ως καρπός των λόγων του Θεανθρώπου προς τον Πατέρα Του κατά την «Αρχιερατική προσευχή» που προηγήθηκε του Πάθους. Ο Χριστός προσεύχεται για τους Αποστόλους να παραμείνουν ενωμένοι μεταξύ τους όπως τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος είναι ενωμένα μεταξύ τους. Προϋπόθεση για την διαφύλαξη της ενότητας είναι η διαρκής συμπαράσταση του Υψίστου προς την ανθρώπινη αδυναμία. Η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης είναι αυτή που προκαλεί διαρκώς δυσκολίες στην επικοινωνία των χριστιανών. Η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης να αντιμετωπίσει τις επιβουλές του Διαβόλου προς την Εκκλησία του Χριστού είναι αυτή που επιτάσσει «Ταχεῖαν καὶ σταθηρὰν δίδου παραμυθίαν τοῖς δούλοις σου, Ἰησοῦ, ἐν τῷ ἀκηδιάσαι τὰ πνεύματα ἡμῶν, μὴ χωρίζου τῶν ψυχῶν ἡμῶν ἐν θλίψεσι, μὴ μακρύνου τῶν φρενῶν ἡμῶν ἐν περιστάσεσιν, ἀλλὰ ἀεὶ ἡμᾶς πρόφθασον. Ἔγγισον ἡμῖν, ἔγγισον ὁ πανταχοῦ, ὥς περ καὶ τοῖς Ἀποστόλοις σου πάντοτε συνῇς, οὕτω καὶ τοῖς σὲ ποθοῦσιν ἕνωσον σαυτὸν οἰκτίρμον, ἵνα συνημμένοι σοι ὑμνῶμεν, καὶ δοξολογῶμεν τὸ πανάγιόν σου Πνεῦμα – Ταχεία και σταθερή παρηγοριά δώσε στους δούλους σου Ιησού ώστε να μην περιέλθει σε ακηδία το πνεύμα μας, μην αποχωρίζεσαι από τις ψυχές μας στις θλίψεις, μην απομακρύνεσαι από την διάνοιά μας στις (δύσκολες) περιστάσεις, αλλά για πάντα να είσαι συμπαραστάτης μας. Πλησίασέ μας, πλησίασε εμάς Εσύ που βρίσκεσαι παντού, όπως ακριβώς πάντοτε βοηθούσες τους Αποστόλους Σου, έτσι και όσους ποθούν να είναι δίπλα Σου ένωσέ τους με Εσένα φιλάνθρωπε, ώστε ενωμένοι να Σε υμνούμε και να δοξολογούμε το Πανάγιό Σου Πνεύμα».
Οι Απόστολοι, όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες για την εορτή της Πεντηκοστής, έλαβαν από τον Θεό Πατέρα το Άγιο Πνεύμα. Οι πρώην ψαράδες κατεστάθηκαν φορείς του Αγίου Πνεύματος και πορεύθηκαν στα Έθνη, ξεκινώντας από την Ιερουσαλήμ, για να διαδώσουν ότι η ενότητα, σε όλα τα επίπεδα, είναι το βασικό και το σπουδαιότερο στοιχείο στη ζωή των χριστιανών. Ο κάθε χριστιανός οφείλει να παραμένει ενωμένος με την Εκκλησία, ως μέλος αυτής, ώστε με τη συνεργία Αγίου Πνεύματος να καταστεί μέτοχος της αιώνιας ζωής. Ο Παράκλητος «πορεύεται» στον κόσμο με σκοπό να διδάξει την αλήθεια, να φωτίσει τους Αποστόλους, να καταστεί ασφαλής οδοδείκτης στη διαποίμανση της Εκκλησίας από τους, ανά τους αιώνες επί γης, επικεφαλείς αυτής. Οι Απόστολοι ήταν οι πρώτοι που δέχθηκαν το Άγιο Πνεύμα και εμείς, με την σειρά μας,  δεχθήκαμε τα χαρίσματά Του κατά την βάπτισή μας. Η έλευση του Αγίου Πνεύματος μας καλεί σε ενότητα μεταξύ μας, μια ενότητα που ξεκινά από την κορυφή της ανθρώπινης ιεραρχίας της Εκκλησίας για να καταλήξει στην βάση της (δηλαδή στο ποίμνιο). Ενωμένοι, λοιπόν, ως σώμα Χριστού θα είμαστε σε θέση να εννοήσουμε ότι το Άγιο Πνεύμα πρέπει να «κατασκηνώσει» και στις δικές μας καρδιές. Παρακολουθώντας το Άγιο Πνεύμα να διδάσκει και να ενισχύει τους Αποστόλους, ας ζητήσουμε από τον Θεό Πατέρα να λάβουμε το Άγιο Πνεύμα για καταθέτουμε την μαρτυρία για την πίστη μας απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις και να αυξάνουμε την κατά Θεόν προκοπή μας επικαλούμενοι τις πρεσβείες των Αγίων Αποστόλων, Αμήν!

Το δόγμα της Αγίας Τριάδας Του Μητροπολίτου Γόρτυνος Ιερεμία Γενικά περί του δόγματος




Του Μητροπολίτου Γόρτυνος Ιερεμία
Γενικά περί του δόγματος
1. Αν μας ρωτήσουν τι πιστεύουμε για τον Θεό μας, ας ενώσουμε τα τρία δάχτυλα του δεξιού μας χεριού, όπως όταν κάνουμε τον Σταυρό μας, και να πούμε: Αυτό πιστεύουμε για τον Θεό μας. Τα τρία δάκτυλα δηλώνουν τα τρία Πρόσωπα της θεότητος· είναι διαφορετικά πρόσωπα, αλλά ενωμένα. Ο Θεός μας είναι η Αγία Τριάδα:

Ο Πατέρας, Ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιος και αχώριστος. Στον Θεό μας, λέει ο επίσκοπος Κάλλιστος Γουέαρ, υπάρχει «πραγματική διαφοροποίηση και αληθινή ενότητα». Ακόμη στον Θεός μας έχουμε όχι μόνο ενότητα, αλλά και «κοινωνία». Στον Θεό μας έχουμε ενότητα τριών Προσώπων με κοινωνία μεταξύ τους. Είναι τρία ίσα Πρόσωπα, που το καθένα κατοικεί μέσα στα άλλα δύο.
2. Το Τριαδικό δόγμα είναι σπουδαιότατο, είναι «το κεφάλαιο της πίστεως», όπως το λέει ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος· γιατί ο σκοπός της πνευματικής μας ζωής είναι να βιώσουμε αυτό το δόγμα. Να γίνουμε όλοι ένα συνεπαρμένοι τελείως μέσα στον κύκλο της αγάπης που υπάρχει στον Θεό. Γι᾽ αυτό και ο Χριστός την νύχτα προτού να σταυρωθεί προσευχήθηκε στον Πατέρα Του και είπε: «Ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς Συ, Πάτερ, εν Εμοί καγώ εν Σοί, ίνα και αυτοί εν Ημίν εν ώσιν» (Ιωάν. 17,21).
Μπορεί κάποιος να ερωτήσει: Γιατί να πιστεύουμε τον Θεό ως τρία πρόσωπα και όχι ένα; Σ᾽ αυτό θα απαντήσουμε με την έννοια του Θεού, που γνωρίζουμε από την Αγία Γραφή. Ο Θεός μας κατά την Αγία Γραφή είναι πρόσωπο και αγάπη (βλ. Εξ. 3,14. Α´ Ιωάν. 4,8). Καί ο άνθρωπος, ως εικόνα του Θεού, είναι και αυτός πρόσωπο και αγάπη. Καί το πρόσωπο, με την ιδιότητα της αγάπης, θέλει να έχει αγαπητική κοινωνία με άλλα πρόσωπα. Έτσι έχουμε την έννοια της Αγίας Τριάδος. Επειδή, λοιπόν, πιστεύουμε τον Θεό ως πρόσωπο και όχι ως μια αφηρημένη δύναμη και επειδή ακόμη τον πιστεύουμε ως αγάπη, γι᾽ αυτό τον πιστεύουμε ως Τριαδικό.1
3. Το δόγμα της Αγίας Τριάδος είναι θεμελιώδες δόγμα της πίστης μας. Τα άλλα μεγάλα δόγματα της Εκκλησίας μας και πρώτα απ᾽ όλα το δόγμα της Λύτρωσής μας, βασίζονται πάνω σ᾽ αυτό το δόγμα. Λόγω αυτής της ειδικής σπουδαιότητας που έχει αυτό το δόγμα της Αγίας Τριάδος, το συναντάμε σ᾽ όλα τα Σύμβολα της πίστης μας και σ᾽ όλες τις ιδιωτικές ομολογίες που γράφτηκαν σε διάφορες περιπτώσεις από τους Πατέρες της Εκκλησίας, και σ᾽ όλους τους ύμνους της Εκκλησίας μας. Κάθε λατρευτική ακολουθία αρχίζει με την Αγία Τριάδα και τελειώνει με την Αγία Τριάδα. Οι κανόνες των εορτών και των αγίων της Εκκλησίας μας τελειώνουν με ύμνο στην Αγία Τριάδα (το «Δόξα Πατρί…») και στην Παναγία μας (το «Καί νυν και αεί…»).
Το δόγμα της Παναγίας Τριάδος, όπως είναι το σπουδαιότερο απ᾽ όλα τα δόγματα της πίστης μας, έτσι είναι και το περισσότερο ακατάληπτο στο περιορισμένο ανθρώπινο πνεύμα μας. Γι᾽ αυτό και οι μεγαλύτεροι αγώνες που δόθηκαν στην παλαιά Εκκλησία ήταν για το δόγμα της Αγίας Τριάδος και για τις αλήθειες που συνδέονται άμεσα με το δόγμα αυτό.
4. Το δόγμα της Αγίας Τριάδος περιλαμβάνει δυό θεμελιώδεις αλήθειες:
Α. Ο Θεός είναι τρία Πρόσωπα, αλλά ενωμένα στην μία θεία Ουσία. Είναι ομοούσια. Ή, για να το πούμε διαφορετικά, ο Θεός είναι ένας στην Ουσία, αλλά είναι Τρισυπόστατος, είναι δηλαδή τρία τα Πρόσωπα της θεότητας.
Β. Τα τρία θεία Πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, αν και είναι ομοούσια και έχουν τις ίδιες θείες ιδιότητες, όμως έχουν και προσωπικά ιδιώματα. Τα ιδιώματα αυτά δεν είναι κοινά και των τριών Προσώπων, γι᾽ αυτό τα λέμε «ακοινοποίητα» ιδιώματα· ο Πατέρας είναι αγέννητος· ο Υιός γεννάται από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα.
Οι άγιοι Πατέρες καλούν την Αγία Τριάδα Μονάδα εν Τριάδι, μια Τρισυπόστατη Ενότητα. Πολλές φορές, προσευχές που απευθύνονται σε ένα Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος τελειώνουν με δοξολογία και προς τα Τρία Πρόσωπα· για παράδειγμα: Αναφερόμενοι στον Κύριό μας Ιησού Χριστό λέγομε, «Ωι πρέπει πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις»· και συνεχίζοντας λέγομε: «Συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί και τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Αυτού Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Η Εκκλησία προσευχομένη στην Αγία Τριάδα κατά την λατρεία την επικαλείται στον ενικό και όχι στον πληθυντικό αριθμό, λόγω της μιάς θείας Ουσίας. Γιά παράδειγμα: «Ότι Σε (και όχι «Υμάς») αινούσι πάσαι αι δυνάμεις των ουρανών και Σοί (και όχι «Υμίν») την δόξαν αναπέμπουσι, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
5. Αναγνωρίζοντας την μυστική φύση αυτού του δόγματος η Εκκλησία του Χριστού βλέπει σ᾽ αυτό μια μεγάλη αποκάλυψη, η οποία εξαίρει την πίστη μας ως ασυγκρίτως ανώτερη από κάθε μονοθεισμό, τον οποίο βρίσκουμε και σε θρησκείες πέρα από τον χριστιανισμό. Το Τριαδικό δόγμα δηλώνει την πληρότητα της μυστικής εσωτερικής ζωής στον Θεό, γιατί ο Θεός είναι αγάπη και η αγάπη του Θεού δεν επεκτείνεται μόνο στον δημιουργηθέντα απ᾽ Αυτόν κόσμο, αλλά βιώνεται πρώτα μεταξύ των Τριών θείων Προσώπων. Το δόγμα των Τριών θείων Προσώπων δηλώνει επίσης πιο δυνατά σε μας την εγγύτητα του Θεού στον κόσμο: ο Θεός είναι «πάνω» από μας, ο Θεός είναι «με» μας, ο Θεός είναι «σε» μας και σ᾽ όλη την δημιουργία.
«Πάνω» από μας είναι ο Θεός Πατέρας, γιατί είναι η πάντοτε ζώσα Πηγή, όπως το ψάλλουμε στην θεία λατρεία· είναι η αρχή όλων των όντων, είναι ο Πατέρας του ελέους, που αγαπά και φροντίζει για μας, τα κατά χάρη τέκνα Του.
«Με» μας είναι ο Υιός του Θεού Πατέρα, ο Οποίος για την σωτηρία μας σαρκώθηκε και γνωρίσαμε με τα ίδια μας τα μάτια ότι ο Θεός είναι μαζί μας (Ματθ. 1,23), πολύ κοντά μας, αφού έγινε άνθρωπος (Εβρ. 2,14).
«Σε» μας και σε όλη την δημιουργία, με την Χάρη Του και την δύναμή Του, είναι το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα πληροί όλα τα πράγματα, είναι ο Δοτήρας της ζωής, ο Παράκλητος, ο Θησαυρός και Πηγή όλων των πραγμάτων. Τα Τρία θεία Πρόσωπα έχουν αιώνια και προαιώνια ύπαρξη και φανερώθηκαν στον κόσμο με την Σάρκωση του Υιού του Θεού ότι είναι «μία Δύναμις, μία Ουσία, μία Θεότης» (Στιχηρά της Πεντηκοστής).
Αλλά, αν και ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι μία Θεότης, ένας μόνος Θεός, όμως ο καθένας τους προαιώνια είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο. Ο Τριαδικός Θεός, λοιπόν, πρέπει να περιγραφεί ως «τρία πρόσωπα σε μια ουσία».
Στον Θεό υπάρχει αιώνια αληθινή ενότητα και αυτό το δείχνει ο όρος «ουσία», γιατί μία μόνο θεία ουσία υπάρχει στον Θεό· η αληθινή όμως αυτή ενότητα στον Θεό συνδυάζεται και με αυθεντικά προσωπική διαφοροποίηση, όπως το δείχνει ο όρος «πρόσωπο».
Οι εκφράσεις «Πατέρας», «Υιός» και «Πνεύμα» δεν είναι «τρόποι» ή «διαθέσεις» της θεότητας, δεν είναι μάσκες (ας επιτραπεί να το πούμε έτσι), που ο Θεός προσλαμβάνει για ένα διάστημα για τις συναλλαγές του με την δημιουργία και μετά τις εγκαταλείπει. Οι εκφράσεις δηλώνουν τρία, ισότιμα και συναίδια, πρόσωπα. Ένας ανθρώπινος πατέρας είναι μεγαλύτερος από το παιδί του, αλλά όταν μιλάμε για τον Θεό ως «Πατέρα» και «Υιό» δεν πρέπει να κατανοούμε τους όρους με την ανθρώπινη έννοια. Γιά τον Υιό πιστεύουμε ότι δεν υπήρξε χρόνος κατά τον οποίο δεν υπήρχε. Το ίδιο πιστεύουμε και για το Άγιο Πνεύμα.
Καθένα από τα τρία θεία Πρόσωπα είναι πλήρης και τέλειος Θεός. Κάθε θείο Πρόσωπο δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο Θεός από τα άλλα δύο. Το κάθε Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος κατέχει όχι το ένα τρίτο της της θεότητας, αλλά ολόκληρη την θεότητα· όμως, το κάθε θείο Πρόσωπο ζεί και είναι αυτή η ίδια η θεότητα, με τον δικό του διακριτικό και προσωπικό τρόπο.

Τί είναι το τεριρέμ; (ηχητικό - Π. Θεοφάνης Ιωαννίδης




 
 
Τα Κρατήματα γνωστά και ως Τεριρέμ είναι μέλη με άσημες συλλαβές, όπως τε ρι ρεμ, ή τε νε να. 
Με τα τεριρέμ οι Μελοποιοί αναπτύσσουν τη Μουσική τους δεινότητα, αποδεσμευμένοι από τις ανάγκες του Ποιητικού κειμένου.
Πρόκειται λοιπόν για καλλιτεχνικά Δημιουργήματα και Συνθέσεις επηρεασμένες, από Οργανικές Μελωδίες, ακόμα και τον ήχο διαφόρων Μουσικών οργάνων.
Για το λόγο αυτό οι Συνθέτες δίνουν ονομασίες ανάλογες π.χ. Καμπάνα, Βιόλα, Σημαντήρας, Σύριγξ, Κινύρα, Ψαλτήρας, Τρουμπέτα κ.α.

 
τεριρέμ